Τετάρτη, 22 Δεκεμβρίου 2010
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Ένα σημαντικό ερώτημα που καταρχήν πρέπει να απαντηθεί είναι γιατί φτάσαμε έως εδώ. Και το “ως εδώ” περιλαμβάνει και αυτόν το φετινό, κατ' όνομα προϋπολογισμό. Συνοπτικά αναφέρω ότι στο δυτικό καπιταλισμό, από τη δεκαετία του 70, η ιδιοκτησία είναι έμμεση. Οι ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής δεν έχουν ονοματεπώνυμο. Είναι το περίφημο χρηματιστηριακό κεφάλαιο (funds), που αποπροσωποποιεί σε σημαντικό βαθμό την ιδιοκτησία, αφού δεν είναι κάτοχος παραγωγικών μέσων. Προτεραιότητά του δεν είναι η υπεραξία του προϊόντος, αλλά οι δανειακές ανάγκες, τα πλεονάσματα, αφού δουλειά τους είναι να εμπορεύονται χρήμα.
Αυτό λοιπόν που παρουσιάζεται προσχηματικά σαν ανήθικη δραστηριότητα, σαν φούσκα, δεν είναι παρά η πιο ανεπτυγμένη μορφή του δυτικού καπιταλισμού.
Το τζογάρισμα, δηλαδή, πάνω στο απόλυτο φετίχ, στο χρήμα. Ωστόσο, ακόμη κι έτσι, ο δυτικός καπιταλισμός έχει ανάγκη από παραγόμενες υπεραξίες, από αγαθά δηλαδή. To γεγονός ότι η μεγαλύτερη ασφάλεια για το ευρώ είναι η γερμανική παραγωγή βιομηχανικών προϊόντων, το γεγονός ότι οι Η.Π.Α. βασίζονται στην παραγωγή αξιόπιστων στρατιωτικών συστημάτων, αποδεικνύουν ότι η βάση είναι πάντα η υπεραξία στο εμπόρευμα. Όταν το χρήμα δε βασίζεται σε αυτήν, τότε απλώς η οικονομία καταρρέει. Κι εδώ βρίσκεται το πραγματικό δράμα της Ελλάδας. Δεν δημιουργεί και δεν παράγει σχεδόν καμία υπεραξία.
Χάθηκε το τρένο της βιομηχανικής επανάστασης, χάσαμε το τρένο της τεχνολογίας, και εδώ και καιρό, δυστυχώς, χάνουμε και το τρένο της πράσινης οικονομίας. Αυτή είναι η κυρίαρχη αιτία της τεράστιας κρίσης στην πατρίδα μας. Γιατί έγινε αυτό ?
Η απάντηση βρίσκεται στην ιστορική διαδρομή και στα πολιτικά δεδομένα της χώρας μας. Η αστική τάξη της Ελλάδας υπήρξε παρασιτική και κρατικοδίαιτη και ποτέ δεν υπηρέτησε τον ιστορικό της ρόλο, που είναι η ορθολογική παραγωγή. Και βέβαια είναι τεράστια η ευθύνη που έχουν και τα κόμματα εξουσίας, αφού η μεν ζητούσε και τα δε την ταϊζανε με αντάλλαγμα τη διατήρηση τους στην εξουσία. Ένα πλέγμα, με συγκοινωνούντα δοχεία, με μόνιμο τροφοδότη το δανεισμό, ο οποίος κάλυπτε την παταγώδη αποτυχία κομμάτων και κυρίαρχης τάξης να αναπτύξουν αυτοδύναμα τη χώρα.
Αυτό το στρεβλό μοντέλο, με δεκανίκια την υποφορολόγηση του κεφαλαίου, την καταλήστευση των ταμείων και την καταστροφή παραδοσιακών παραγωγικών δομών, όπως η γεωργία, έφεραν τα σημερινά αποτελέσματα. Ελλείμματα, δημόσιο χρέος, ανύπαρκτη παραγωγική βάση. Είναι σαφές ότι όποια ανάλυση ενοχοποιεί το δημόσιο υπάλληλο, το κόστος εργασίας, τα κοινωνικά κεκτημένα δεν είναι απλώς ψεύτικη, αλλά είναι και πολιτικά χυδαία.
Γιατί είναι πολιτική χυδαιότητα να πληρώνει αυτός που δε φταίει και την απόφαση αυτή να την παίρνουν
χέρι-χέρι, αυτός που φέρει τη βαρύνουσα πολιτική ευθύνη, με αυτόν που φέρει τη βαρύνουσα οικονομική ευθύνη.
Το δεύτερο ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι αν, με δεδομένη αυτήν την κατάσταση και επίσης με δεδομένη την παγκόσμια οικονομική κρίση, η προσφυγή στο ΔΝΤ ήταν μονόδρομος.
Κατά την άποψή μου, κατηγορηματικά όχι, η προσφυγή στο ΔΝΤ δεν ήταν μονόδρομος.
Σε καμιά περίπτωση δεν αρκούν τα ελλείμματα για να οδηγηθεί μια χώρα σε χρεοκοπία.
Το έλλειμμα της ευρωζώνης, των ΗΠΑ, ακόμη χειρότερα της Ιαπωνίας το αποδεικνύουν.
Ναι, λένε κάποιοι, όμως η Ελλάδα δεν έχει μόνο υψηλά ελλείμματα έχει και υψηλό δημόσιο χρέος.
Στοιχεία ΔΝΤ: Το συνολικό χρέος της Ελλάδας είναι στο μέσο όρο της Ευρωζώνης
Η χώρα μας, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
είτε από άγνοια, είτε από σκοπιμότητα αφέθηκε και έγινε το επίκεντρο κερδοσκοπικών επιθέσεων.
Αυτή είναι η πραγματικότητα, τη ζήσαμε. Αυτή είναι η αλήθεια. Η πολιτική κρίση του καθενός αφορά στο εάν αυτό έγινε από άγνοια ή σκοπιμότητα.
Θα δείξει η ιστορία εάν η κυβέρνηση υπήρξε αφελής και ακούσια χειραγωγούμενη ή εάν υπήρξε ο άλλος πόλος μιας συμφωνίας με καταστρεπτικές συνέπειες για το λαό και τη χώρα μας. Συνέπειες που, κατά την άποψή μου, δεν υπήρξαν το αποτέλεσμα μιας επιλογής, αλλά το ζητούμενο μιας πολιτικής.
Και φτάνουμε στο σήμερα και στη συζήτηση του προϋπολογισμού.
Ένας προϋπολογισμός, που είναι το πιο απτό αποτέλεσμα της καταστροφής που υφίσταται η χώρα μας και ο λαός μας. Που είναι προϋπολογισμός χώρας με μειωμένη κυριαρχία.
Ένας προϋπολογισμός που καλούνται να επωμισθούν μεν οι Έλληνες πολίτες, αλλά αποτελεί φιρμάνι του ΔΝΤ, που απλώς και μόνο το επικυρώνει η Βουλή. Ένα φιρμάνι που την επομένη κιόλας μέρα θα ανατραπεί προς το χειρότερο.
Και το κρίσιμο ερώτημα είναι: Υπάρχει άλλος δρόμος?
Υπάρχει.
Πάρτε παράδειγμα άλλης, σοβαρής, πολιτικής. Ουγγαρία. Μέλος της Ε.Ε. Δεν μιλάμε για καμιά επαναστατική διαδικασία. Η συντηρητική κυβέρνηση Όρμπαν είπε όχι στο ΔΝΤ, αλλά: επέβαλε για τρία χρόνια έκτακτη εισφορά ύψους 0,45% στα ακαθάριστα έσοδα των τραπεζών, έκτακτη φορολογία 5,2% στα συμβόλαια των ασφαλιστικών εταιριών και έκτακτη φορολογία μέχρι 6% στις χρηματιστηριακές εταιρίες και σε όλες τις υπόλοιπες χρηματοπιστωτικές δραστηριότητες.
Και σε αυτό το σημείο κυρίες και κύριοι συνάδελφοι καταθέτω μια πρόταση, τακτικού χαρακτήρα, και απευθύνομαι σε όλες τις πρωτοπόρες δυνάμεις του τόπου.
Καταθέτω μια πρόταση και απευθύνομαι σε όλους τους πολίτες που τους βομβαρδίζουν, επιβάλλοντας το πλέον φασιστικό δίλημμα : ή καταστροφή ή αιματηρή λιτότητα. Μόνο που αυτό το δίλημμα έχει κοινό παρανομαστή.
Γιατί οι ανθρώπινες κοινωνίες δεν είναι τα λογιστικά νούμερα, που ακόμη και αυτά δε βγαίνουν,
αλλά οι άνθρωποι.
Επί του πρακτέου λοιπόν η πρότασή μου είναι:
Η Δημιουργία Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου του δημοσίου χρέους, κατά τα πρότυπα του Εκουαδόρ.
Δε μιλάω δηλαδή στη βάση υποθέσεων, αλλά στη βάση μιας εφικτής και ήδη εφαρμοσμένης λύσης από το 2006.
Αυτή η Επιτροπή αποτελείται από ειδικούς, από διεθνείς προσωπικότητες υψηλού κύρους.
Και δε μιλώ μόνο για Επιτροπή πεφωτισμένων, αλλά για επιτροπή ειδικών, που με τη συνδρομή των εργαζομένων θα δημιουργήσουμε ένα ενιαίο μέτωπο ανασυγκρότησης.
Την Επιτροπή συνδράμουν τα όργανα του κράτους, το υπουργείο Δικαιοσύνης, Οικονομικών, το Γενικό Λογιστήριο, το Ελεγκτικό Συνέδριο, νομικοί, ορκωτοί λογιστές, συνταγματολόγοι.
Σκοπός της επιτροπής είναι ο εξονυχιστικός λογιστικός έλεγχος του διεθνούς και εγχώριου χρέους, το τονίζω, από τη μεταπολίτευση και μετά.
Εξετάζει όλες τις συβάσεις που αφορούν σε όλους τους τομείς. (Επισημαίνω απλά τις τερατώδεις συμβάσεις των υπερχρεωμένων ολυμπιακών αγώνων).
Όλα τα διμερή δάνεια που σύναψε η χώρα μας.
(Τονίζω ιδιαίτερα αυτά που δίνονταν για να υποστηριχθεί δήθεν η αγορά προϊόντων αιχμής, όπως η Ζίμενς και τα εξοπλιστικά προγράμματα).
Εξετάζει κάθε τι που αφορά στο δανεισμό και ανοίγει προσωπικούς τραπεζικούς λογαριασμούς, όλων των εμπλεκομένων.
Σκοπός μας να “ξεσκονίσουμε” τους λογαριασμούς μας.
Σκοπός η πολυσυζητημένη διαφάνεια.
Να βρούμε ποιό κομμάτι αυτού του χρέους είναι προϊόν διαφθοράς, επομένως παράνομο ή απεχθές.
Και το αρνούμαστε.
Άρνηση του απεχθούς χρέους, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι.
Στο Εκουαδόρ αποτελούσε το 70 % του χρέους υπό τη μορφή ομολόγων.
Και σε όσους βιαστούν να πουν ότι το Εκουαδόρ είναι μια τελείως διαφορετική χώρα, απαντώ ότι,
αυτή η διαφορά αποτελεί και το στρατηγικό μας πλεονέκτημα.
Το Εκουαδόρ, όπως πολύ χαρακτηριστικά αναφέρει ο οικονομολόγος Ερίκ Τουσέν, που υπήρξε μέλος αυτής της Επιτροπής, δεν έχει καν δικό του νόμισμα, κατά συνέπεια είναι πολύ πιο εκτεθειμένο στις διεθνείς αγορές,
το ΑΕΠ του είναι στο 12% του ελληνικού και το κατά κεφαλήν εισόδημα στο 10% του ελληνικού.
Απέναντι δε, στην απειλή για εκβιασμό των αγορών, απαντάμε πάλι με την πραγματικότητα.
Πουθενά στην πράξη δεν έχει επιβεβαιωθεί αυτός ο εκβιασμός, ούτε στη Ρωσία το 1998, ούτε και στην Αργεντινή το 2001!
Η αναγκαία, η ζωτική προϋπόθεση για αυτήν την πολιτική επιλογή είναι να υπάρχει πολιτική βούληση με ένα διαφορετικό προσανατολισμό.
Σε αυτή την κατεύθυνση συντάσσομαι με όλες τις πρωτοπόρες προοδευτικές δυνάμεις του τόπου, γιατί είναι οι μόνες που μπορούν να πλαισιωθούν από τον κόσμο της εργασίας και του μόχθου για τη συγκρότηση ενός μετώπου με μία άλλη λογική:
Μία άλλη λογική που δεν είναι πλέον εάν μπορεί η Ελλάδα να πληρώσει το δημόσιο χρέος της , αλλά τί πρέπει να πληρώσει η Ελλάδα από το δημόσιο χρέος της.
Αυτή τη λογική θεωρώ σαν απαρχή μιας διαφορετικής στρατηγικής αντίληψης.
Την απευθύνω και σε αυτούς που δηλώνουν υπέρμαχοι της διαφάνειας,
Και σε αυτούς που είναι υπέρμαχοι ενός άλλου κόσμου, σαν την αναγκαία προϋπόθεση δικαίου και δικαιοσύνης.