Παρασκευή 3 Δεκεμβρίου 2010

Από την «Ελευθερία» της Λάρισας- Σε τροχιά διάλυσης η Ελλάδα

Συνέντευξη στον Αποστόλη Ζώη

«Όσο αυξάνεται η ανεργία και χειροτερεύουν οι τραπεζικές πιστώσεις, τόσο χειρότερα θα γίνονται τα πράγματα για τις επενδύσεις. Υπάρχει κίνδυνος να λιμνάσει η ελληνική οικονομία για χρόνια». Το υποστηρίζει σήμερα στην «Ελευθερία» ο κ. Κώστας Λαπαβίτσας καθηγητής Οικονομικών στη Σχολή Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Λονδίνου.
Ο κ. Λαπαβίτσας ειδικεύεται στον χρηματοπιστωτικό τομέα και την ιαπωνική οικονομία. Έχει δημοσιεύσει εκτενώς για θέματα πολιτικής οικονομίας του χρήματος και του πιστωτικού συστήματος.

Ποιοι οι λόγοι για τους οποίους οδηγούμαστε σε νέα μέτρα;


Ο κυριότερος λόγος είναι ότι ναυάγησε η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης Παπανδρέου. Η λιτότητα έφερε βαθιά ύφεση, δηλαδή μείωση του ΑΕΠ κατά 4,5% το τελευταίο τρίμηνο, ανεργία 12,2% τον Αύγουστο με παράλληλη συρρίκνωση της απασχόλησης, σημαντική πτώση των εξαγωγών τον Σεπτέμβριο, αδυναμία της κατανάλωσης, αδυναμία των επενδύσεων, υποχώρηση των πιστώσεων, αλλά και πληθωρισμό στο 5,2%. Οι εκτιμήσεις των ειδικών του Μνημονίου αποδεικνύονται τελείως λανθασμένες.
Η κυβέρνηση δεν μπόρεσε καν να πετύχει το στόχο μείωσης του ελλείμματος. Τα έσοδα υπολείπονται, πρώτον, λόγω της ύφεσης που έχει περιορίσει την αποδοτικότητα των έμμεσων φόρων και, δεύτερον, λόγω της υποτονικής λειτουργίας του φοροσυλλεκτικού μηχανισμού, ο οποίος αντιδρά στις μισθολογικές περικοπές, αλλά και στο διασυρμό που έχει υποστεί. Η αναθεώρηση των στοιχείων από τη Γιούροστατ έφερε το έλλειμμα στο 9,4% για το 2010, τελείως πέρα από τις προβλέψεις του Μνημονίου.
Παρά την αποτυχία της η κυβέρνηση επιμένει ότι θα συνεχίσει στον ίδιο δρόμο. Αυτό σημαίνει περαιτέρω περικοπές, ύψους περίπου 4 δισ. ευρώ, που θα προστεθούν στην καταιγίδα των φόρων που ήδη προβλέπονται από το Μνημόνιο για το 2011. Η κυβέρνηση διαβεβαιώνει ότι δεν πρόκειται να πειράξει μισθούς και συντάξεις. Αμφιβάλλω πολύ ότι θα κρατήσει το λόγο της.
Αλλά ακόμη κι αν το κάνει, τα αποτελέσματα θα είναι καταστροφικά. Θα μειωθεί η δημόσια κατανάλωση και οι επενδύσεις, η ύφεση θα γίνει βαθύτερη και η ανεργία θα μεγαλώσει. Τα σχολεία, οι δρόμοι και κυρίως τα νοσοκομεία για τα οποία προβλέπονται τεράστιες περικοπές, θα εμφανίσουν τραγική εικόνα. Πρόκειται για πορεία διάλυσης του οικονομικού και κοινωνικού ιστού. Παράλληλα το άχθος του δημόσιου χρέους θα γίνεται σταδιακά μεγαλύτερο, χωρίς η Ελλάδα να αποκτά τη δυνατότητα αυτοδύναμης αποπληρωμής. Ήδη, μετά την αναθεώρηση, το χρέος πιθανώς να ξεπεράσει το 140% του ΑΕΠ για το 2010. Η χώρα φαίνεται να μπαίνει σε τροχιά αυτοκτονίας.

 Γιατί δεν έρχεται η ανάπτυξη στη χώρα μας;

Το πρόβλημα της ανάπτυξης έχει να κάνει με την πτώση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, η οποία οφείλεται στο μακροχρόνιο πάγωμα των μισθών στις χώρες του κέντρου της Ευρωζώνης και κυρίως στη Γερμανία. Την προηγούμενη δεκαετία η πτώση της ανταγωνιστικότητας δεν έγινε άμεσα αισθητή λόγω του φθηνού δανεισμού από το εξωτερικό, αλλά και της γιγάντωσης των εγχώριων τραπεζών. Φτιάχτηκε μια πλασματική εικόνα ευημερίας στηριγμένης στην υψηλή κατανάλωση. Η κρίση του 2007-9 αποκάλυψε όμως την πραγματική αδυναμία του ελληνικού κεφαλαίου.
Για να υπάρξει ανάπτυξη χρειάζεται να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα. Η βελτίωσή της εξαρτάται από το πώς θα κινηθούν οι μισθοί αλλά και η παραγωγικότητα της εργασίας. Δυστυχώς το Μνημόνιο έχει επιβάλει πολιτική που είναι βαθιά προβληματική στα θέματα αυτά και δεν ευνοεί την ανάπτυξη.
Από τη μια, επιφέρει μείωση μισθών. Προσπαθεί δηλαδή να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα με τον βαρβαρότερο τρόπο. Το πρόβλημα όμως είναι ότι λιτότητα έχει επιβάλει και η υπόλοιπη Ευρωζώνη, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας. Άρα και οι ευρωπαϊκοί μισθοί πιέζονται προς τα κάτω. Δεν υπάρχει λοιπόν προοπτική ουσιαστικής βελτίωσης της ελληνικής θέσης, παρά το τεράστιο κόστος για τους εργαζόμενους.
Από την άλλη, επιχειρεί να βελτιώσει την παραγωγικότητα μέσω της απελευθέρωσης των αγορών και της συρρίκνωσης του κράτους. Πρόκειται για τις πλέον συντηρητικές ιδέες στην οικονομική θεωρία, οι οποίες έχουν δυστυχώς επανακάμψει πρόσφατα. Ακούγεται όλο και πιο έντονα η άποψη ότι για να βγουν οι οικονομίες από την κρίση θα πρέπει να συρρικνωθεί το δημόσιο, ανοίγοντας το δρόμο για τη μεγέθυνση του ιδιωτικού τομέα. Πρωταγωνιστής είναι ο Αλμπέρτο Αλεσίνα, καθηγητής του Χάρβαρντ, γνωστός για τις νεοφιλελεύθερες αναλύσεις του. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ΔΝΤ έχει τηρήσει κριτική στάση απέναντι στις θέσεις του Αλεσίνα. Η Ε.Ε. είναι πολύ πιο σκληρή από το ΔΝΤ στο θέμα αυτό και πιέζει αφόρητα την Ελλάδα.
Η κυβέρνηση ήδη προχωρεί σε τέτοια μέτρα με τις περικοπές δαπανών, την απελευθέρωση των κλειστών επαγγελμάτων και τις εξαγγελίες για τις ΔΕΚΟ. Πρόκειται για τραγική επιλογή που δεν πρόκειται να φέρει ανάπτυξη. Απεναντίας, η απότομη σμίκρυνση του κράτους και το ξαφνικό άνοιγμα των μεταφορών, των φαρμακείων, κ.λπ., πιθανόν να συμπαρασύρει προς τα κάτω και τον ιδιωτικό τομέα. Πλήθος ιδιωτικών επιχειρήσεων στηρίζονται στην κρατική ζήτηση και θα χτυπηθούν αν αυτή μειωθεί. Το ξαφνικό άνοιγμα των επαγγελμάτων μέσα σε συνθήκες ύφεσης θα μεγαλώσει την ανασφάλεια. Όσο αυξάνεται η ανεργία και χειροτερεύουν οι τραπεζικές πιστώσεις, τόσο χειρότερα θα γίνονται τα πράγματα για τις επενδύσεις. Υπάρχει κίνδυνος να λιμνάσει η ελληνική οικονομία για χρόνια.

Δεν θα έχουμε όμως αναπτυξιακά οφέλη από τη συμμετοχή μας στον σκληρό πυρήνα της Ε.Ε. και στην Ευρωζώνη;

Συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Η συμμετοχή της χώρας μας στην Ευρωζώνη είναι σφάλμα ιστορικών διαστάσεων που τη συνθλίβει. Η Ευρωζώνη παρουσιάστηκε ως απάνεμο λιμάνι και πεδίο σύγκλισης με τον πλούσιο βορρά. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μηχανισμό δημιουργίας πλεονασμάτων για το κέντρο - ιδίως για την Γερμανία - και ελλειμμάτων για την περιφέρεια.
Η Ελλάδα υποφέρει από την πολύ υψηλή ισοτιμία με την οποία μπήκε στο σύστημα. Πιέζεται ακόμη από την απώλεια νομισματικής και συναλλαγματικής πολιτικής, από τα δεσμά του Συμφώνου Σταθερότητας και από τις δομικές πιέσεις στην αγορά εργασίας. Δεν αποφεύχθηκαν οι βαθύτατες κρίσεις, ενώ η Ε.Ε. μας δάνεισε με εξαιρετικά επαχθείς όρους και μόνον όταν υπήρξε μεγάλος κίνδυνος για τις τράπεζες του κέντρου από μια πιθανή ελληνική χρεοκοπία.
Όλες οι αλλαγές που έχουν λάβει χώρα στην Ευρωζώνη από το ξέσπασμα της κρίσης και μετά είναι σε ακόμη πιο συντηρητική κατεύθυνση. Το αποκορύφωμα ήταν η τελευταία πρόταση της κ. Μέρκελ για μόνιμο μηχανισμό διαχείρισης κρίσεων όπου μέρους του κόστους θα επωμίζονται και οι ιδιωτικές τράπεζες. Δεν μπορεί κανείς βεβαίως να της προσάψει το ότι θέλει να αναγκάσει και τους άφρονες δανειστές και κερδοσκόπους να σηκώσουν μέρος του κόστους. Αλλά το αποτέλεσμα θα είναι η θεσμοθέτηση μόνιμης διαφοράς ανάμεσα στα επιτόκια δανεισμού των χωρών του κέντρου και της περιφέρειας. Η χώρα μας δηλαδή θα δανείζεται με σαφώς υψηλότερο επιτόκιο από τις χώρες του κέντρου. Άρα δεν θα απομείνει απολύτως κανένας θετικός λόγος για να συνεχίσει να ανήκει η Ελλάδα στην Ευρωζώνη. Είναι άμεση ανάγκη να επανεξετάσει η ελληνική κοινωνία τη συμμετοχή της στην Ευρωζώνη, αν θέλει να αντιμετωπίσει την κρίση και να μπει σε τροχιά ανάπτυξης.Μπορεί η Ελλάδα να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του χρέους, αν είναι έτσι τα πράγματα;

Θέλω καταρχήν να τονίσω ότι το χρέος είναι άμεσα συνδεμένο με τη συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη. Όσο έπεφτε η ανταγωνιστικότητα, τόσο μεγάλωνε το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών με το εξωτερικό. Άρα έπρεπε η χώρα να δανείζεται από τις τράπεζες του κέντρου για να καλύπτει το εξωτερικό της έλλειμμα. Παράλληλα γιγαντώθηκαν και οι ελληνικές τράπεζες που δάνειζαν για κατανάλωση και άλλα. Ο μεγάλος όγκος του δανεισμού στην χώρα μας είναι ιδιωτικός και όχι δημόσιος. Το ίδιο συνέβη και στις υπόλοιπες χώρες της περιφέρειας. Στη ρίζα του περιφερειακού χρέους βρίσκεται το ευρώ.
Το χρέος που έχει πλέον συσσωρεύσει η Ελλάδα αποκλείεται να αποπληρωθεί αυτοδύναμα, ό,τι κι αν λέει ο κ. Παπανδρέου. Δεν είναι δυνατόν μια χώρα με ποσοστά χρέους που θα φτάσουν ίσως στο 170%-180% του ΑΕΠ στο άμεσο μέλλον, και με τις προοπτικές ανάπτυξης που έχει επιβάλει η Ευρωζώνη, να επιστρέψει στις διεθνείς αγορές. Το πρώτο βήμα για την ουσιαστική αντιμετώπιση του χρέους θα πρέπει λοιπόν να είναι η ευθεία παραγραφή του. Εμμέσως πλην σαφώς και η ίδια η κυβέρνηση το αποδέχεται, δεδομένου ότι συχνά αναφέρεται στην αναδιάρθρωση.
Η αναδιάρθρωση όμως του χρέους δεν αποτελεί πανάκεια από μόνη της. Εξαρτάται από το πώς θα γίνει και κυρίως από το αν θα υπάρξει πρωτοβουλία από πλευράς του δανειζόμενου, με διαφάνεια και συμμετοχή των λαϊκών στρωμάτων. Η επιμήκυνση την οποία συζητάει η κυβέρνηση Παπανδρέου είναι ένα ακόμη παράδειγμα εσφαλμένης πολιτικής που υπερασπίζεται τα συμφέροντα των τραπεζών και όχι της κοινωνίας. Δεν θα ελαττώσει ουσιαστικά το βάρος του χρέους, ενώ θα επιτρέψει σε διάφορους τραπεζικούς μεσολαβητές να πραγματοποιήσουν μεγάλα κέρδη. Υπάρχει ακόμη κίνδυνος να μεταβάλλει το νομικό καθεστώς του χρέους, που έχει συναφθεί υπό το ελληνικό δίκαιο κατά 90%. Αν το χρέος τεθεί υπό το αγγλικό ή το αμερικανικό δίκαιο, κερδισμένοι θα βρεθούν οι δανειστές διότι το νομικό πλαίσιο θα μεροληπτεί υπέρ αυτών. Κάτι τέτοιο θα κάνει μια μελλοντική παραγραφή του χρέους πολύ πιο δύσκολη.

Τι πρέπει τότε να γίνει για να αντιμετωπιστεί το χρέος;

Νομίζω ότι θα χρειαστεί, πρώτον, η χώρα να προχωρήσει σε μονομερή παύση πληρωμών ώστε να αναλάβει η ίδια την πρωτοβουλία των κινήσεων. Θα πρέπει κατόπιν να υπάρξει πλήρης διαφάνεια, δηλαδή να ανοίξουν τα αρχεία τους το Υπουργείο Οικονομικών και η Τράπεζα της Ελλάδας ώστε να δει η κοινωνία τι πραγματικά συμβαίνει με το χρέος. Ποιο μέρος είναι απεχθές, ποιο παράνομο, ποιο παράτυπο; Ποιος έχει ευθύνες για θέματα όπως οι άκρως προβληματικές σχέσεις του δημοσίου με τράπεζες όπως η Γκόλντμαν Σακς τη δεκαετία που μας πέρασε; Θα πρέπει οι εργατικές οργανώσεις και η κοινωνία των πολιτών να λάβουν άμεση γνώση για να δούμε γρήγορα τι δεν πρόκειται να αποπληρωθεί.
Σε αυτή τη βάση, θα πρέπει η Ελλάδα να προχωρήσει σε συνολική αναδιαπραγμάτευση, υπό την ελληνική νομοθεσία, με την προοπτική να υπάρξει ουσιαστικό «κούρεμα» των τραπεζών που κατέχουν το μεγάλο μέρος του χρέους. Αν κρίνουμε από την πρόσφατη εμπειρία άλλων χωρών, το «κούρεμα» δύσκολα θα είναι μικρότερο του 50%-60%. Θα εξαρτηθεί βέβαια από το τι θα δείξουν τα βιβλία, αλλά η επιδίωξη θα πρέπει να είναι η ταχύτερη δυνατόν συμφωνία με τις τράπεζες-δανειστές.
Να τονίσω ότι όσο περισσότερο καθυστερεί η Ελλάδα, τόσο πιο δύσκολο θα γίνεται το πρόβλημα. Αφενός, ο όγκος του χρέους θα μπαίνει σταδιακά κάτω από ξένη νομοθεσία δεδομένου ότι η χώρα θα συνεχίσει να παίρνει τα καταστροφικά δάνεια του Μνημονίου τα οποία προφανώς δεν εμπίπτουν στο ελληνικό δίκαιο. Αφετέρου, οι γερμανικές και οι γαλλικές τράπεζες θα βελτιώνουν σταδιακά τη θέση τους και άρα θα γίνουν πολύ σκληρότεροι διαπραγματευτές.
Η μονομερής παύση πληρωμών θα κάνει βέβαια την πρόσβαση στις διεθνείς αγορές πολύ δύσκολη. Να θυμίσω όμως ότι η Ελλάδα είναι ήδη αποκλεισμένη από τις αγορές και δεν υπάρχει ρεαλιστική προοπτική αυτοδύναμης επιστροφής, παρά τις μονίμως αισιόδοξες διαβεβαιώσεις του κ. Παπακωνσταντίνου. Η χώρα θα μπορέσει να επιστρέψει αυτοδύναμα μόνο όταν τακτοποιήσει τα του οίκου της. Αυτό σημαίνει ουσιαστική παραγραφή του χρέους, πράγμα που μεσοπρόθεσμα θα το δεχτούν οι αγορές γιατί η μνήμη τους είναι βραχεία. Και επειδή πολλά λέγονται για τις καταστροφικές συνέπειες της παύσης πληρωμών ως προς τη διεθνή θέση της Ελλάδας, να πω ότι η Αργεντινή, παρότι «κούρεψε» τους πιστωτές της βαθιά και μονομερώς, έγινε μέλος του G20.

 Η παραγραφή του χρέους και το «κούρεμα» των τραπεζών δεν θα δημιουργήσει προβλήματα όσον αφορά στη συμμετοχή μας στην Ευρωζώνη;

Το θέμα της συμμετοχής μας στην Ευρωζώνη θα τεθεί ευθέως. Όπως ήδη ανέφερα, το ευρώ βρίσκεται στην καρδιά του ελληνικού προβλήματος. Η Ελλάδα δεν θα μπορέσει να βάλει την οικονομία της σε πιο παραγωγική βάση αν δεν βγει από την Ευρωζώνη. Μια τέτοια κίνηση ενέχει βέβαια κινδύνους, δημιουργεί όμως προοπτικές ανάπτυξης και βαθιάς κοινωνικής αλλαγής.
Η έξοδος από την Ευρωζώνη θα πρέπει να γίνει χωρίς προηγούμενη ανακοίνωση ώστε να αποφευχθεί κατά το δυνατόν η διαρροή κεφαλαίου στο εξωτερικό. Θα πρέπει ακόμη να κλείσουν οι τράπεζες για σύντομο χρονικό διάστημα ώστε να μην υπάρξει πανικός των καταθετών. Η επιστροφή στη δραχμή, αλλά και η παραγραφή του χρέους, θα δημιουργήσει βεβαίως προβλήματα στις τράπεζες που θα πρέπει αμέσως να τεθούν υπό δημόσιο έλεγχο και ιδιοκτησία ώστε να προστατευτούν οι καταθέσεις. Ο δημόσιος έλεγχος θα επιτρέψει όμως στις τράπεζες να αρχίσουν ξανά να χρηματοδοτούν τον παραγωγικό τομέα που τώρα ασφυκτιά. Θα μπουν έτσι οι βάσεις για τη συνολική αναδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού.
Η αλλαγή του νομίσματος θα φέρει σοκ στην αγορά και για ένα διάστημα θα υπάρξουν παράλληλες τιμές σε ευρώ και σε δραχμές. Θα υπάρξει επίσης υποτίμηση και άρα τόνωση των εξαγωγών που είναι απολύτως απαραίτητη. Θα ανέβουν όμως και οι τιμές των εισαγομένων, ιδίως του πετρελαίου, άρα θα χρειαστεί κρατική παρέμβαση για την εγγύηση της λειτουργίας μεγάλου φάσματος επιχειρήσεων. Θα χρειαστεί επίσης κρατική παρέμβαση για τη στήριξη του λαϊκού εισοδήματος, πράγμα που σημαίνει αναδιανομή μέσω φορολογίας και μισθολογικής πολιτικής.
Όσο για τα δημόσια ελλείμματα, η εμπειρία δείχνει ότι εξαλείφονται σε σύντομο χρονικό διάστημα εφόσον η χώρα μπει σε διαδικασία ανάκαμψης. Για ένα διάστημα μετά την έξοδο από το ευρώ θα μπορεί εξάλλου το κράτος να καλύπτει τις ανάγκες του με την έκδοση νομίσματος. Μεσοπρόθεσμα θα πρέπει βεβαίως να υπάρξει δραστική αλλαγή του φορολογικού συστήματος ώστε να συμπεριλάβει τους πλούσιους και το κεφάλαιο. Είναι προφανές, τέλος, ότι απαιτείται εκ βάθρων αναδιάρθρωση του κράτους, κάθαρση, διαφάνεια και δημοκρατικός έλεγχος από τα κάτω.
Τα μέτρα αυτά δεν είναι καθόλου ακραία, αν αναλογιστούμε το αδιέξοδο στο οποίο έχει βρεθεί η Ελλάδα. Η τωρινή πολιτική επιβάλλει τρομακτικό κόστος, ενώ παράλληλα οδηγεί τη χώρα στη χρεοκοπία. Η ιθύνουσα τάξη της Ελλάδας μοιάζει παραλυμένη και τρομοκρατημένη από το μέγεθος του προβλήματος. Τα λαϊκά στρώματα θα πρέπει να πάρουν την πρωτοβουλία εξόδου από την κρίση αποδεχόμενα και το αναπόφευκτο κόστος. Η παύση πληρωμών και η έξοδος από το ευρώ μπορούν να βάλουν τη χώρα σε άλλη τροχιά ανάπτυξης, αλλάζοντας παράλληλα την κοινωνική ισορροπία υπέρ της εργασίας και κατά του κεφαλαίου. Το ιστορικό λάθος της εισόδου στην Ευρωζώνη μπορεί να διορθωθεί από την εργατική τάξη, δημιουργώντας πολύ καλύτερες συνθήκες για την κοινωνική εξέλιξη προς όφελος των πολλών.


Πού οδηγείται τελικά η Ευρώπη; Έχει μέλλον η Ευρωπαϊκή Ένωση;

Η Ευρώπη σταδιακά μεταλλάσσεται σε δευτερεύοντα παράγοντα του παγκοσμίου συστήματος. Πρόκειται για γιγαντιαία αποτυχία του κυρίαρχου νεοφιλελευθερισμού στην ήπειρο, αλλά και για μια ακόμη αποτυχία της Γερμανίας, η οποία και πάλι φαίνεται ότι δεν κατέχει το μυστικό της αυτοκρατορίας. Η Ευρωζώνη είναι απολύτως μη βιώσιμη με τη σημερινή μορφή της. Όλα δείχνουν επίσης ότι δεν επιδέχεται μεταρρύθμιση, ούτε υπέρ των πολλών, ούτε υπέρ των φτωχότερων. Οι περιφερειακές χώρες αντιμετωπίζουν την προοπτική μόνιμης λιτότητας, η οποία θα συνεχίσει να αποφέρει καθαρά οφέλη στη Γερμανία. Το μέλλον τους περιλαμβάνει υψηλή ανεργία, χαμηλή ανάπτυξη, μείωση των εισοδημάτων και κοινωνική σκληρότητα.
Δεδομένου ότι η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Ισπανία, ακόμη και η Ιταλία, αντιμετωπίζουν τεράστιο όγκο χρέους, στην πράξη θα βρεθούν αντιμέτωπες με την παύση πληρωμών. Οι κίνδυνοι για τις τράπεζες του κέντρου είναι θανάσιμοι, καθώς τα ποσά είναι πολύ μεγάλα. Ήδη η Ιρλανδία αναγκάζεται να ακολουθήσει τα βήματα της Ελλάδας και να αποδεχτεί πρόγραμμα ΔΝΤ-ΕΕ.
Είναι πιθανόν, ως εκ τούτου, να αλλάξει άρδην η μορφή της Ευρωζώνης στο άμεσο μέλλον. Οι πιέσεις στην περιφέρεια μπορεί να δημιουργήσουν ρήγμα στο κοινό νόμισμα, ωθώντας τη Γερμανία στην εισαγωγή ενός ευρώ για το κέντρο και ενός για την περιφέρεια. Μπορεί ακόμη και να υπάρξει διάλυση της Ευρωζώνης με διατήρηση μόνο του σκληρού πυρήνα της και έξοδο των περιφερειακών χωρών.
Θα ήταν σφάλμα να θρηνήσει κανείς το τέλος της Ευρωζώνης, ή να το θεωρήσει τέλος της αλληλεγγύης των ευρωπαϊκών λαών. Οι νομισματικές ενώσεις είναι οικονομικοί μηχανισμοί με περιορισμένο χρόνο ζωής. Η Ευρωζώνη αποδείχτηκε ένα εκμεταλλευτικό και αντιφατικό κατασκεύασμα που δημιούργησε τεράστια προβλήματα, χωρίς προφανή οφέλη για τις περιφερειακές χώρες, πόσο μάλλον για τα εργατικά στρώματα της Ευρώπης. Το πραγματικό ζητούμενο είναι να γίνει η έξοδος με όρους που θα φέρουν αλλαγή υπέρ της εργασίας, άρα κοινωνική πρόοδο και ανάπτυξη. Η διαδικασία εξόδου θα ανοίξει επίσης πεδίο για ουσιαστική αλληλεγγύη ανάμεσα στους ευρωπαϊκούς λαούς. Τα σημάδια δείχνουν ότι αυτό έχει αρχίσει πλέον να γίνεται αντιληπτό στη χώρα μας.

Πηγή:
http://aristerovima.gr/blog.php?id=1362

Σάββατο 27 Νοεμβρίου 2010

Καζάκης, Δημήτρης - Μας έχουν για βλάκες


«Οι στόχοι έχουν εκπληρωθεί» δήλωσε ο εκπρόσωπος του επιτρόπου Όλι Ρεν την Τρίτη (23.11) σχετικά με την πορεία υλοποίησης του μνημονίου από την Ελλάδα. Ειδικότερα, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, κατά την τακτική ενημέρωση των εκπροσώπων του Τύπου, ο Αμαντέου Αλταφάζ είπε ότι το ελληνικό πρόγραμμα βρίσκεται σε γενικές γραμμές στον σωστό δρόμο. «Όλα τα ποσοτικά κριτήρια που είχαν τεθεί για το τέλος Σεπτεμβρίου πληρούνται. Παρά τις προκλήσεις που παραμένουν, σημαντική πρόοδος έχει συντελεσθεί όσον αφορά τη δημοσιονομική προσαρμογή» αναφέρεται επίσης στην κοινή δήλωση των εκπροσώπων του ΔΝΤ, της Ε.Ε. και της ΕΚΤ.

Οι δηλώσεις αυτές παίζουν κυριολεκτικά με τη νοημοσύνη μας. Κι αυτό γιατί πολύ απλά κανένας από τους ποσοτικούς στόχους του μνημονίου δεν έχει επιτευχθεί. Το κρατικό έλλειμμα εκτιμάται επίσημα - χωρίς κανένας σοβαρός αναλυτής να παίρνει στα σοβαρά αυτήν την εκτίμηση - ότι θα διαμορφωθεί στο 9,4% του ΑΕΠ, από 8% που ήταν ο στόχος του μνημονίου.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις διεθνών οίκων, το πραγματικό έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού θα κυμανθεί τελικά για το 2010 πάνω από το 12%. Το δημόσιο χρέος εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στα τέλη του 2010 στο 148% του ΑΕΠ, από 127% που ήταν ο στόχος του μνημονίου. Το ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα υποχωρήσει κατά 4,7% ετήσια, όταν ο στόχος του μνημονίου ήταν -3%. Η συρρίκνωση θα συνεχιστεί και για το 2011, με εκτιμώμενη πτώση του ΑΕΠ της τάξης του 3,8% («Economist»), όταν το μνημόνιο εκτιμούσε συρρίκνωση της τάξης του 2,5%.

Την ίδια ώρα, ο τιμάριθμος τρέχει με ετήσιο ρυθμό άνω του 5%, σε αντίθεση με το μνημόνιο που εκτιμούσε κάτω του 4%. Ενώ ο δείκτης του όγκου των λιανικών πωλήσεων - αυτό δηλαδή που ονομάζουμε στην καθομιλουμένη πραγματικός τζίρος της αγοράς - έχει υποχωρήσει στο οκτάμηνο από τις αρχές του έτους πάνω από 20%. Η μεγαλύτερη υποχώρηση οκταμήνου που έχει παρατηρηθεί από τη δεκαετία του '60! Οι περιοριστικές πολιτικές της κυβέρνησης αλλά και η άγρια λιτότητα στα λαϊκά εισοδήματα οδήγησαν τον πραγματικό τζίρο της αγοράς στο επίπεδο του 2002.

Αποσύνθεση της παραγωγής

Τα δεδομένα αυτά έχουν οδηγήσει σε ολοκληρωτική αποσύνθεση την όποια παραγωγική βάση είχε απομείνει στην ελληνική οικονομία. Ο γενικός δείκτης της βιομηχανικής παραγωγής την περίοδο Ιανουαρίου - Σεπτεμβρίου 2010, σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2009, έχει υποχωρήσει κατά 5,7%. Κι αυτό οφείλεται:
α. Στη μείωση του Δείκτη Παραγωγής Ορυχείων -Λατομείων κατά 6,0%.
β. Στη μείωση του Δείκτη Παραγωγής Μεταποιητικών Βιομηχανιών κατά 5,3%.
γ. Στη μείωση του Δείκτη Παραγωγής Ηλεκτρισμού κατά 7,7%.
δ. Στην αύξηση του Δείκτη Παροχής Νερού κατά 1,1%.

Αλήθεια, ποια οικονομία μπορεί να αναπτυχθεί όταν παρουσιάζει μείωση παραγωγής ηλεκτρισμού κατά 7,7% και συνολική μείωση παραγωγής ενέργειας κατά 4,5% μέσα στο εννιάμηνο του 2010 σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2009;

Τα δεδομένα αυτά έχουν οδηγήσει επίσημα τον δείκτη της ανεργίας τον Αύγουστο του 2010 στο 12,2% των απασχολουμένων. Τον ίδιο μήνα όμως είχαμε και μια αύξηση του οικονομικά μη ενεργού πληθυσμού κατά 43.632 άτομα. Πρόκειται για μια μαζική έξοδο από την αγορά εργασίας, η οποία οφείλεται είτε σε πρόωρη συνταξιοδότηση είτε σε μακροχρόνια άνεργους που σταμάτησαν να αναζητούν εργασία. Κι αυτή είναι μια ακόμη πλευρά της βαθύτατης κρίσης της απασχόλησης που βιώνει η χώρα και ένας από τους παράγοντες που κρατά τα επίσημα ποσοστά ανεργίας συγκριτικά χαμηλά έναντι της πραγματικής κατάστασης που ζει η εργαζόμενη οικογένεια.
Μνημόνιο αυθαιρεσίας

Τότε τι σημαίνει το «όλοι οι στόχοι επιτεύχθηκαν» της τρόικας; Προφανώς η δήλωση αυτή δεν αναφέρεται στους ποσοτικούς στόχους του μνημονίου, το οποίο αποδεικνύεται στην πράξη ότι πρόκειται για μια άσκηση αριθμών πάνω σε λάθος δεδομένα και παντελώς αυθαίρετες παραδοχές. Αν λοιπόν πιστέψουμε τις εισηγήτριες του Συμβουλίου της Επικρατείας που ζήτησαν να απορριφθούν οι προσφυγές εναντίον του μνημονίου διότι, όπως είπαν, «πέραν της αποτροπής του κινδύνου πτωχεύσεως της χώρας, με τα μέτρα αυτά, τα οποία εντάσσονται στο πλαίσιο ενός "εμπροσθοβαρούς" προγράμματος δημοσιονομικής εξυγίανσης, επιδιώκεται, περαιτέρω, η εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών κατά τρόπο διατηρήσιμο και βιώσιμο», τότε θα πρέπει να δεχθεί κανείς ότι μια κυβέρνηση μπορεί εντελώς αυθαίρετα να επικαλείται οποιαδήποτε έκτακτη ανάγκη, να στηρίζεται σε οποιοδήποτε αυθαίρετο κείμενο σαν το μνημόνιο και νά επιβάλλει οποιαδήποτε μέτρα θέλει καταργώντας ουσιαστικά την εσωτερική έννομη τάξη της χώρας.

Μάλιστα οι εν λόγω εισηγήτριες διατύπωσαν και την πρωτοφανή άποψη ότι «εντός του πλαισίου αυτού, επιδιώκεται η μεσοπρόθεσμη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και η αναστροφή της αυξητικής πορείας του δημόσιου χρέους, στόχοι, δηλαδή, η επίτευξη των οποίων εκτιμάται ότι θα συμβάλει στην ταχεία επάνοδο της χώρας στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου».

Από πού προκύπτουν όλα αυτά; Από ένα μνημόνιο που κανένας από τους δημοσιονομικούς στόχους του δεν πραγματοποιείται; Από ποιον «εκτιμάται ότι (η πολιτική αυτή) θα συμβάλει στην ταχεία επάνοδο της χώρας στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου»;
Με βάση ποια αντικειμενικά δεδομένα; Γιατί μια χώρα με 126% δημόσιο χρέος επί του ( ΑΕΠ στα τέλη του 2009 δεν μπορεί να βγει στις . αγορές, αλλά η ίδια χώρα με 168% δημόσιο χρέος το 2013 θα μπορεί να βγει; Και, τέλος πάντων, από πότε και με βάση ποια λογική μπορεί να υπάρξει «αποφυγή πτώχευσης» της χώρας όταν το μόνο σίγουρο αποτέλεσμα της πολιτικής του μνημονίου είναι η εκτίναξη του δημόσιου χρέους; Γνωρίζουν έστω και μια περίπτωση νοικοκυριού, επιχείρησης ή κράτους που να γλίτωσε την πτώχευση απλώς αναζητώντας νέα δάνεια για να εξακολουθεί να πληρώνει τα παλιά;
Τι άλλο εκτός από ομολογία απόλυτης χρεοκοπίας συνιστά η θέση ότι όλα αυτά που υπομένει η χώρα, τα δέχεται για να ξαναβγεί στις αγορές ώστε να δανειστεί εκ νέου;
Κυβέρνηση των πιστωτών

Το ερώτημα που απέφυγαν να απαντήσουν οι εισηγήτριες στο Συμβούλιο της Επικρατείας, όπως αποφεύγουν καιρό τώρα να απαντήσουν και όλοι οι υποστηριχτές του μνημονίου, είναι το εξής: Όταν μια χώρα βρεθεί μπροστά στο δίλημμα να μην μπορεί να ικανοποιήσει ταυτόχρονα τις πιο βασικές και άμεσες ανάγκες της μεγάλης πλειονότητας των πολιτών της και τις απαιτήσεις των δανειστών της, τότε τι προέχει για την κυβέρνηση αυτής της χώρας; Οι ανάγκες της χώρας και των πολιτών της ή οι απαιτήσεις των δανειστών της;

Η τωρινή κυβέρνηση (όπως και η προηγούμενη) απάντησε στο δίλημμα αυτό προτάσσοντας τις απαιτήσεις των δανειστών. Κι αυτό δεν είναι ούτε ηθικό ούτε δίκαιο. Κι αυτό γιατί καμία κυβέρνηση δεν νομιμοποιείται να θυσιάζει τον λαό και τη χώρα της, προκειμένου να εξυπηρετηθούν αλλότρια συμφέροντα. Όχι μόνο με βάση το Σύνταγμα και το δίκαιο της χώρας, αλλά και με βάση το διεθνές δίκαιο.

Και το λέμε αυτό γιατί όταν μια χώρα αντιμετωπίζει μια «κατάσταση ανάγκης», όπως είναι το άμεσο ενδεχόμενο μιας πτώχευσης, το διεθνές δίκαιο αναγνωρίζει στην κυβέρνηση της χώρας το δικαίωμα να αρνηθεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της έναντι των δανειστών της, προκειμένου να μη θιγούν τα δικαιώματα των πολιτών της και να μην απειληθεί η εσωτερική έννομη τάξη και ασφάλεια.
Νομικό προηγούμενο από την Ελλάδα του 1936!

Θα δώσουμε ένα ιστορικό παράδειγμα, το οποίο αποτελεί και μια από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις στη διεθνή νομολογία που υποστηρίζει το δικαίωμα που αναφέραμε. Το 1936 η Ελλάδα αρνήθηκε να συνεχίσει την εξυπηρέτηση του δανείου που είχε συνάψει με τη βελγική τράπεζα Societe Commerciale de Belgique. Η κυβέρνηση του Βελγίου παρενέβη και προσέφυγε στο Διαρκές Δικαστήριο του Διεθνούς Δικαίου, που είχε ιδρύσει η Κοινωνία των Εθνών, κατηγορώντας την Ελλάδα ότι αθετεί τις διεθνείς της υποχρεώσεις.

Η Ελλάδα, που τότε βρισκόταν υπό το φασιστικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου, απάντησε ότι βρίσκεται σε αδυναμία να εκπληρώσει τις δανειακές της υποχρεώσεις διότι δεν μπορεί να διαθέσει πόρους χωρίς να θέσει σε κίνδυνο την κατάσταση του λαού και της χώρας. Στο υπόμνημα της έλεγε: «Η Κυβέρνηση της Ελλάδος, ανήσυχη για τα ζωτικά συμφέροντα του Ελληνικού λαού και για τη διοίκηση, την οικονομική ζωή, την κατάσταση της υγείας και την εσωτερική και εξωτερική ασφάλεια της χώρας, δεν θα μπορούσε να προβεί σε άλλη επιλογή. Όποια κυβέρνηση κι αν ήταν στη θέση της θα έκανε το ίδιο» («Yearbook of the International Law Commission», 1980, ν.l, σελ. 25). Θυμηθείτε ότι μιλάμε για τη φασιστική δικτατορία του Μεταξά, που πατούσε στον λαιμό τον ελληνικό λαό και η οποία επιβλήθηκε με τις ευλογίες της «μεγάλης συμμάχου» Βρετανίας και του τοποτηρητή της στην Ελλάδα, βασιλιά Γεωργίου.
Έκτακτη κατάσταση

Το επιστέγασμα ήρθε με το υπόμνημα που κατέθεσε στο Διαρκές Δικαστήριο ο νομικός εκπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης το 1938, όπου τόνιζε τα αυτονόητα: Ενίοτε μπορεί να υπάρξει μια έκτακτη κατάσταση «η οποία κάνει αδύνατο για τις Κυβερνήσεις να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους προς τους δανειστές και προς τον λαό τους: οι πόροι της χώρας είναι ανεπαρκείς για να εκπληρώσουν και τις δυο υποχρεώσεις ταυτόχρονα. Είναι αδύνατο να πληρωθεί το χρέος και την ίδια ώρα να παρασχεθεί στον λαό η κατάλληλη διοίκηση και οι εγγυημένες συνθήκες για την ηθική, κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη. Το οδυνηρό πρόβλημα προκύπτει όταν πρέπει να επιλέξει κανείς ανάμεσα στα δυο καθήκοντα. Το ένα πρέπει να υποχωρήσει έναντι του άλλου. Ποιο πρέπει να είναι αυτό;...

Η θεωρία αναγνωρίζει σ' αυτό το ζήτημα ότι το καθήκον μιας Κυβέρνησης να εξασφαλίζει την εύρυθμη λειτουργία των βασικών δημόσιων υπηρεσιών υπερτερεί έναντι της πληρωμής των χρεών της. Από κανένα Κράτος δεν απαιτείται να εκπληρώσει, μερικά ή συνολικά, τις χρηματικές του υποχρεώσεις αν αυτό θέτει σε κίνδυνο τη λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών του και έχει σαν αποτέλεσμα την αποδιοργάνωση της διοίκησης της χώρας. Στην περίπτωση όπου η πληρωμή του χρέους του θέτει σε κίνδυνο την οικονομική ζωή ή τη διοίκηση, η Κυβέρνηση είναι, κατά τους συγγραφείς, υποχρεωμένη να διακόψει ή ακόμη και να μειώσει την εξυπηρέτηση του χρέους» (στο ίδιο). Το Διεθνές Δικαστήριο αποδέχτηκε το σκεπτικό αυτό και δικαίωσε την Ελλάδα, δημιουργώντας νομικό προηγούμενο που χρησιμοποίησαν πολλές χώρες τα κατοπινά χρόνια. Μια από αυτές ήταν και η Αργεντινή το 2003, όταν η κυβέρνηση του Νέστορ Κίχνερ επέλεξε, έναντι της εξαθλίωσης του λαού που επέβαλλαν τα προγράμματα του ΔΝΤ, να διαγράψει μονομερώς το μεγαλύτερο μέρος του δημόσιου χρέους.

Αυτό που τόλμησε να διεκδικήσει η φασιστική Ελλάδα του Μεταξά λίγο πριν από τον πόλεμο, αρνείται ακόμη και να το συζητήσει η «δημοκρατική» Ελλάδα του κ. Παπανδρέου. Και μάλιστα υπάρχουν δικαστές που όλα αυτά τα βρίσκουν καλά καμωμένα.
Το μεγάλο ψέμα

Η τραγωδία όμως για τη χώρα και τον λαό της δεν τελειώνει εδώ. Ακόμη και στην αίθουσα της μείζονος ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας ακούστηκε για μια ακόμη φορά το επιχείρημα ότι όλα αυτά έγιναν για να μπορεί η κυβέρνηση να πληρώσει μισθούς και συντάξεις. Δεν υπάρχει μεγαλύτερο ψέμα από αυτό.

Ας δούμε τα πραγματικά δεδομένα από τον δανεισμό του 2009, με βάση τα οποία, σύμφωνα πάντα με την κυβέρνηση, οδηγηθήκαμε στην κρίση και αναγκαστήκαμε να υποστούμε το μνημόνιο για να δανειστούμε εκτάκτως από τις χώρες της ευρωζώνης και το ΔΝΤ.
Σύμφωνα με την έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου για το 2009, τα πιστωτικά έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού - δηλαδή το σύνολο του νέου δανεισμού για το 2009 - ανήλθαν σε ποσό άνω των 105,2 δισ. ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στο 44,3% του ΑΕΠ για το 2009 και είναι πάνω από δυο φορές μεγαλύτερο σε σχέση με το σύνολο των τακτικών εσόδων του κράτους.
Από τα στοιχεία προκύπτει ότι τα πιστωτικά έσοδα που πραγματοποιήθηκαν παρουσιάζουν απόκλιση σε σχέση με τις προβλέψεις του προϋπολογισμού του 2009 κατά 64,5 δισ. ευρώ. Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση του κ. Καραμανλή δανείστηκε μέσα στο 2009 κατά 158,4% περισσότερο από ό,τι είχε προβλέψει αρχικά στον προϋπολογισμό. Γιατί συνέβη αυτό; Μήπως για να πληρώσει μισθούς και συντάξεις; Όχι βέβαια.

Οι πρωτογενείς δαπάνες του τακτικού προϋπολογισμού για το 2009 (δαπάνες που δεν περιλαμβάνουν τόκους και χρεωλύσια δανείων) ανήλθαν στο ποσό των 59,9 δισ. ευρώ, ήτοι το 25,2% του ΑΕΠ. Αν τις συγκρίνουμε με τα πραγματικά εισπραχθέντα τακτικά έσοδα του προϋπολογισμού, τα οποία ανέρχονταν στα 50,3 δισ. ευρώ, διαπιστώνεται ότι το πρωτογενές έλλειμμα για το 2009 ήταν στα 9,3 δισ. ευρώ, ή το 3,9% του ΑΕΠ. Έλλειμμα που ακόμη και για τα δεδομένα ενός σπάταλου και αντιπαραγωγικού κράτους είναι αρκετά περιορισμένο και απόλυτα διαχειρίσιμο. Αν, επί παραδείγματι, το 15,8%, που είναι ο πραγματικός φορολογικός συντελεστής στα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων, σύμφωνα με την Eurostat, από το επίσημο 25% λόγω του καθεστώτος νόμιμων φοροαπαλλαγών, ανέβαινε στο 40 ή και στο 45%, που προβλέπεται για τα υψηλά κλιμάκια του εισοδήματος φυσικών προσώπων, τότε το έλλειμμα θα μειωνόταν στο μισό.

Επιπλέον, αν το ελληνικό κράτος φορολογούσε αντίστοιχα τόκους, μερίσματα και κέρδη που φεύγουν στο εξωτερικό και τα οποία μόνο το 2009 ανέρχονταν επίσημα στα 13,5 δισ. ευρώ, τότε μπορούσε να μειώσει το πρωτογενές έλλειμμα στα 3,9 δισ. ευρώ. Ενώ, αν μείωνε τις λειτουργικές δαπάνες του Δημοσίου στο μέσο επίπεδο της ευρωζώνης, θα εξασφάλιζε και τα υπόλοιπα για να ισοφαρίσει το έλλειμμα χωρίς καν να βάλει χέρι σε μισθούς και συντάξεις ή να προχωρήσει σε άλλες σοβαρές περικοπές.
Παρ' όλα αυτά, από τα 105,2 δισ. ευρώ που δανείστηκε το ελληνικό Δημόσιο το 2009, μόλις το 8,8% πήγε για την κάλυψη αυτού του πρωτογενούς ελλείμματος του προϋπολογισμού. Αυτό είναι που δανειζόμαστε για να πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις; Ποιον κοροϊδεύουν οι κύριοι εκπρόσωποι της κυβέρνησης;

Τι χρηματοδότησε το υπόλοιπο του 91,2% του νέου δανεισμού; Από αυτό το ποσό των 81,3 δισ. ευρώ πήγε σε εξυπηρέτηση του συνολικού δημόσιου χρέους, το οποίο αντιστοιχεί στο 34,2% του ΑΕΠ για το 2009. Από το υπόλοιπο τα 5,5 δισ. ευρώ αφορούσαν δαπάνη για:
α) τη συμμετοχή του Δημοσίου στο μετοχικό κεφάλαιο των τραπεζών κατά ποσό 3,8 δισ. ευρώ μέσα στο πλαίσιο της πολιτικής ενίσχυσης της ρευστότητας των τραπεζών,
β) αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου του ΤΕΜΠΕ, που αποτελεί επιδότηση του τραπεζικού δανεισμού από το κράτος,
γ) συμμετοχή στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου.

Τα υπόλοιπα νέα δάνεια πήγαν για να εξασφαλίσουν την απορρόφηση των κονδυλίων από την Ε.Ε., ως «εθνική συμμετοχή» στον Προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων. Προκειμένου να επιδοτηθούν οι μεγαλοεργολάβοι και γενικά το παρασιτικό κύκλωμα που θησαυρίζει με τα «κοινοτικά πλαίσια στήριξης». Ο βασικός και κύριος λόγος που η κυβέρνηση κατέφυγε στο μνημόνιο είναι για να ρευστοποιήσει τον μισθό, τη σύνταξη, τη δουλειά του Έλληνα εργαζόμενου και τον δημόσιο πλούτο της χώρας, ώστε να μη χάσουν οι διεθνείς τοκογλύφοι. Αυτή είναι η αλήθεια.

* Ο Δ. Καζάκης είναι οικονομολόγος - αναλυτής και το κείμενο του δημοσιεύτηκε στο "Ποντίκι" 25/11.

Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2010

Παπαδόπουλος Αλέκος- Η κρίση μητέρα της αλλαγής: για μια διαφορετική Ελλάδα

Διαβάστε το πλήρες κείμενο της ομιλίας του Αλέκου Παπαδόπουλου στην εκδήλωση του ΕΛΙΑΜΕΠ με θέμα «Η κρίση μητέρα της αλλαγής: για μια διαφορετική Ελλάδα»
Πηγή: Ινφογνώμων Πολιτικά (24-11-2010).

«Κυρίες και κύριοι,
Πράγματι, στις κανονικές χώρες η κρίση είναι “η μητέρα της αλλαγής”. Αυτό όμως δεν ισχύει για τη χώρα μας. Δεν κατακτήθηκαν ακόμα οι πολιτικές, κοινωνικές και πολιτισμικές προϋποθέσεις για τον μετασχηματισμό της σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος.
Το 2011 θα είναι μια ιδιαιτέρως αποκαλυπτική χρονιά. Θα διαμορφωθούν νέες πραγματικότητες στο πολιτικό, στο κοινωνικό και στο οικονομικό πεδίο.

Πολιτικό πεδίο. 

Το 2011 θα διαφανεί η αδυναμία του πολιτικού συστήματος, εκ κατασκευής λαϊκιστικού, φοβικού και εξουσιαστικού, να χαράξει γραμμές στρατηγικού βάθους για την ανόρθωση της οικονομίας. Τ' αδιέξοδα και η συνειδητοποίηση ότι η οικονομία είναι “σε αργό θάνατο” θα καταδείξουν την χαμηλή πολιτική διαχείριση της χώρας απ' όλο το πολιτικό σύστημα.
Εκτιμώ ότι κάτω από το φοβικό σύνδρομο της απώλειας επιρροής και δύναμης στο εκλογικό σώμα, θ'Α αρχίσει να ομιλεί και να καθοδηγεί και πάλι τη χώρα η εκπαιδευμένη πλέον φύση αυτού του λαϊκισμού. Ήδη έχουμε τα πρώτα σημάδια, όπως η συζήτηση για αναθεώρηση του μνημονίου, η χαλάρωση της δημοσιονομικής προσαρμογής κλπ.
Φαίνεται ότι εξαντλούνται τα ψυχικά αποθέματα της πολιτικής ελίτ της χώρας και των πέριξ αυτής δυνάμεων επιρροής. Σε λίγο θ' αδυνατούν πλήρως να υποστηρίξουν σταθερά και με συνέπεια το επιβληθέν από τον διεθνή οικονομικό έλεγχο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής και να συγκροτήσουν ένα ρεαλιστικό πρόγραμμα οικονομικής ανάπτυξης.
Φοβάμαι δηλαδή ότι εκπνέουν οι ψυχικές αντοχές και ότι το ψυχολογικό φορτίο υποστήριξης ρεαλιστικών πολιτικών από τις ιθύνουσες δυνάμεις της χώρας έχει φτάσει στα όριά του.
Να γνωρίζουν πάντως εκείνοι που καλλιεργούν αφελώς την ιδέα της δημοσιονομικής χαλάρωσης και προσαρμογής σε βάθος χρόνου ότι ακόμα κι αν το ανεχόταν η τρόικα, οι αγορές θα αντιδρούσαν βίαια.

Κοινωνικό πεδίο.
Κυρίες και κύριοι,
Η κοινωνία μας είναι έντονα μικροαστικοποιημένη στην συντριπτική της πλειοψηφία, κατακερματισμένη και με καταργημένες τις ιεραρχίες της, με σχολάζουσες έως και ανύπαρκτες τις πρωτοπόρες εκείνες μειοψηφίες που θ' άνοιγαν τους καινούριους δρόμους και χωρίς κινητήριες εσωτερικές δυνάμεις. Είναι έτοιμη η κοινωνία μας σήμερα να παραδοθεί στον ανεξέλεγκτο μικροαστικό λαϊκισμό, που αντιδρά ως άθροισμα ατομικών συμπεριφορών και όχι ως συντεταγμένη κοινωνική δύναμη.
Στο λαό μέχρι σήμερα δεν καλλιεργήθηκε η εθνική αυτογνωσία. Δεν του έχουν μιλήσει ακόμη για τη δεινή θέση της χώρας και την προοπτική της. Επέλεξε, παραδείγματος χάριν, ο λαϊκισμός που καταδυναστεύει τη χώρα δεκαετίες να του αποκρύψει την φοβερή αλήθεια ότι τελούμε υπόΔιεθνή Οικονομικό Έλεγχο. Αντίθετα, του μιλάνε και διαπληκτίζονται για ένα κάποιο “χαρτί”, το “μνημόνιο”, θέλοντας συνειδητά κάτω από το βάρος συνολικών ενοχών τους να ελαχιστοποιήσουν ή να ξορκίσουν ότι ο διεθνής οικονομικός έλεγχος έχει ήδη επιβληθεί από τον περασμένο Μάιο.
Και το λαϊκίστικο πνεύμα δε σταματά μάλιστα εδώ. Παρουσιάζει τον διεθνή οικονομικό έλεγχο ως μια συνήθη απλή επιτήρηση ρουτίνας, η οποία μάλιστα θα αρθεί πολύ σύντομα.
Και αυτά τα λένε όλα τα κόμματα, ισχυριζόμενα μάλιστα ότι έχουν δήθεν έτοιμες λύσεις για να εξέλθουμε από την κρίση και να επανέλθουμε στην προτέρα κατάσταση. Δεν επιτρέπουν δηλαδή στο λαό να κατανοήσει το βάθος του προβλήματος, αφήνοντάς τον να πιστεύει απλώς ότι «κάτι κακό συμβαίνει, γι'Α αυτό κάνε υπομονή, μπόρα είναι θα περάσει».
Ένα ψεύδος που επίσης καλλιεργείται στο λαό είναι αν η χώρα μας θα χρεοκοπήσει ή όχι. Αρνείται ο παραπλανητικός λαϊκισμός ν' αποδεχθεί ότι τέτοιο δίλημμα ουσιαστικά δεν υπάρχει, γιατί η χώρα ήδη τελεί “υπό χρεοστάσιο” από τον περασμένο Μάιο, όταν οι διεθνείς κεφαλαιαγορές αρνήθηκαν να μας χρηματοδοτήσουν με συνέπεια να επέμβει ένας πολυμερής διεθνής οικονομικός έλεγχος και να μας χορηγήσει ένα διακρατικό δάνειο προκειμένου να εξοφλήσουμε τους δανειστές μας. Το δίλημμα αντίθετα είναι αν θα καταρρεύσουμε πλήρως ή όχι, και αυτό εξαρτάται αποκλειστικά από τις εθνικών διαστάσεων αποφάσεις που θα λάβουμε.

Όλα αυτά, κυρίες και κύριοι, έχουν ως συνέπεια την ουδετεροποίηση της κοινωνίας αλλά και την πλήρη αποδυνάμωση των ελάχιστων εκείνων δυνάμεων που έχουν συνειδητοποιήσει την κατάσταση. Αν σ' αυτά προσθέσει κανείς ότι η χώρα δεν διαθέτει ιθύνουσα τάξη ή μια πραγματικά αστική τάξη με κριτήριο κουλτούρας, η οποία θα διαμόρφωνε κατευθύνσεις για μια διατηρήσιμη έξοδο από την κρίση, τότε αντιλαμβάνεται κανείς την μεγάλη σημασία της εθνικής αυτογνωσίας.

Οικονομικό πεδίο. 
Το 2011 προβλέπω ότι θα είναι μια εφιαλτική χρονιά. Θα καταπέσουν μύθοι και λεοντές. Οι επικοινωνιακές τεχνικές δεν θα φτάνουν πια να συγκαλύψουν δισταγμούς, φοβίες και αμηχανίες. Θα φανεί με τον πλέον αποκαλυπτικό τρόπο ότι η χώρα βιώνει, πέρα απ' όλα τ' άλλα,τον θανατηφόρο συνδυασμό υψηλού κόστους δανεισμού και ύφεσης.
Χαρακτηριστικά, οι τόκοι που θα πληρωθούν το 2011 σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία θα κινούνται γύρω στα 16 δις και μέχρι το 2015 θα αυξάνονται συνεχώς μέχρι του μυθώδους ύψους των 20 δις ευρώ,δηλαδή γύρω στα 9% του ΑΕΠ. Το βάρος αυτό είναι ασήκωτο για τη χώρα, γιατί οι τόκοι είναι καθαρό έλλειμμα πάνω στο οποίο πρέπει κανείς να προσθέσει και το υψηλό λειτουργικό έλλειμμα.
Το λέω αυτό για όσους βαυκαλίζονται ότι έχουν είτε έτοιμες συνταγές είτε - άλλοι – έτοιμες πολιτικές να εξαφανίσουν σύντομα το έλλειμμα της χώρας. Για ν' απομειωθεί το έλλειμμα, να μειωθούν οι τόκοι και να σταθεροποιηθεί το χρέος πρέπει η χώρα να εξασφαλίσει για πολλά χρόνια με σταθερό τρόπο υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα. Προϋπόθεση όμως για να διασφαλιστεί υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα είναι οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης. Διερχόμαστε όμως μια δεινή υφεσιακή περίοδο, η οποία θα συνεχιστεί με την ίδια ένταση και το 2011, με ύφεση πάνω από -4%, αλλά δυστυχώς θα συνεχίσει και το 2012 και το 2013.

Συνεπώς, η αποκλιμάκωση του ελλείμματος της χώρας τα επόμενα χρόνια κάτω από τις σημερινές συνθήκες διαχείρισης της οικονομίας είναι ανέφικτη. Για να το πετύχουμε πρέπει να καλυφθούν μεγάλα κομμάτια πληρωμής τόκων. Και για να γίνει αυτό πρέπει να διασφαλίσουμε μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα, δηλαδή πολύ περισσότερα έσοδα από τις δαπάνες. Επειδή όμως, λόγω ύφεσης, δεν μπορούμε να εξασφαλίσουμε έσοδα, δεν υπάρχει άλλος δρόμος από το ν' απαλλαγεί η ελληνική οικονομία από μεγάλα τμήματα του δημόσιου τομέα και κρατικές δραστηριότητες που την επιβαρύνουν.
Σύμφωνα με μελέτες, το 30% περίπου του σημερινού κράτους είναι περιττό. 

Γι' αυτό πέρα από τις καθολικές αποκρατικοποιήσεις των δημοσίων επιχειρήσεων προτείνω όλως ενδεικτικά την άμεση κατάργηση τμημάτων πανεπιστημίων και ΤΕΙ, δημοτικών επιχειρήσεων, ατροφικών νομικών προσώπων δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου, άεργων διπλωματικών αντιπροσωπειών, στρατοπέδων, συγχώνευση μητροπόλεων, κατάργηση απολιθωμένων κρατικών υπηρεσιών, αποκεντρωμένων υπηρεσιών και γενικών γραμματειών διαφόρων υπουργείων. Περιορισμό του μεγάλου αριθμού στρατηγών, ναυάρχων, πτεράρχων και ταξιάρχων των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας, περιορισμό του πολυάριθμου διδακτικού προσωπικού με αύξηση των ωρών διδασκαλίας, δραστική περικοπή κατά 70% τουλάχιστον των πολυάριθμων Γενικών Διευθυντών και Διευθυντών υπουργείων και οργανισμών, δραστική μείωση του μεγάλου αριθμού των αντιπροέδρων των Ανωτάτων Δικαστηρίων και τέλος εξορθολογισμό ή κατάργηση και άλλων πολυάριθμων αφανών δημοσίων καταλυμάτων, τα οποία περιθάλπουν χρόνια τώρα τον κρατικό ανορθολογισμό.

Όλα θα κριθούν το 2011. Τότε θα φανεί αν θα επιβεβαιωθεί ο φόβος του μακροχρόνιου οικονομικού παγετώνα, που είναι το πιθανότερο ότι θα επικαθήσει επί της χώρας. 

Και εξηγούμαι: είναι σχετικά εύκολο για παράδειγμα να απομειώσεις το έλλειμμά σου από το 15,4% στο 10,4% το 2010, γιατί εκεί θα πάει απολογιστικά. Ας μην έχουμε ψευδαισθήσεις. Για να το πας από το 10,4% στο 7,4% την επόμενη χρονιά και πολύ περισσότερο όσο πηγαίνεις προς τον πυρήνα, τα πράγματα γίνονται πολύ δύσκολα αν όχι αδύνατα. Και αν η οικονομία σου είναι σε ύφεση, είναι ακόμα δυσκολότερα. Αν, ακόμη χειρότερα, οι μεταρρυθμίσεις που θα κάνεις είναι περιορισμένης και ήπιας μορφής, τότε είναι απολύτως βέβαιο ότι ούτε σε θετικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα θα οδηγηθείς, ούτε κι από την ύφεση θα εξέλθεις, ούτε ανάπτυξη θα οικοδομήσεις. Ακριβώς εκεί κρύβεται ο μεγάλος κίνδυνος να σχηματιστεί ο γνωστός παγετώνας της οικονομίας, που θα καθηλώσει τη χώρα στην οικονομική ακινησία και το λαό στη φτώχεια για πάρα πολλά χρόνια. Γι' αυτό η θέση μου είναι, αν θέλουμε πραγματικά να θέσουμε τη χώρα μας σε αναπτυξιακή τροχιά, να προχωρήσουμε τώρα σ' επώδυνες περικοπές τεράστιας έκτασης και βάθους στον δημόσιο τομέα, αλλά και σε εξορθολογισμό των δομών και του προσανατολισμού του, τομές που απαιτούν σκληρές συγκρούσεις με συντεχνιακά κατεστημένα και οργανωμένα συμφέροντα. 
Μόνο μέσα από την ήττα του παραπολιτικού αυτού κατεστημένουμπορούν να δημιουργηθούν νέες προϋποθέσεις οικονομικής ανάπτυξης. Μόνο έτσι θ' απελευθερωθούν οι εσωτερικές δυνάμεις για ενδογενή ανάπτυξη σ' όλους τους τομείς. Μόνο έτσι θα γίνουμε ξανά ελκυστικοί στις ξένες επενδύσεις.

Κυρίες και κύριοι,
Οι ανατροπές αυτές είναι κυριολεκτικά ζωτικής σημασίας και να μην τις επικαλούμαστε ευκαιριακά, απλά επειδή έγινε “της μόδας” αυτή την περίοδο να τα “βάζουμε” με το κράτος, χωρίς στην πραγματικότητα να τις πιστεύουμε.
Μια στρατηγική βάθους πρέπει να την εγγυώνται ορισμένες αρχές που πρέπει να τηρούνται απαραιτήτως:

α) Η χώρα πρέπει ν' αποκτήσει εθνικό προσανατολισμό. Αρκετά τυραννιέται χρόνια τώρα με τη διαμάχη των δυνάμεων της “καθ' ημάς ανατολής”, με τις δυνάμεις εκείνες που πιστεύουν στην ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας και στη λειτουργία της ως σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους. Δυστυχώς, αυτά τα δύο ρεύματα δεν συναντήθηκαν ποτέ ούτε τ' άφησαν ώστε να κάνουν έστω και μια μείξη ελληνικής ιδιοτυπίας.

β) Επειδή στόχος είναι η διάσωση της χώρας, δεν ισχύουν τα διάφορα “δεν”, 
τα όρια, οι “κόκκινες γραμμές” και κάθε είδους αυτοδεσμεύσεις, οι οποίες μάλιστα πολλάκις αναιρούνται από τον Διεθνή Έλεγχο, προσθέτοντας αναξιοπιστία. Η λήψη των πολιτικών αποφάσεων θα πρέπει να είναι χωρίς φραγμούς και ιδεοληπτικές αυτοδεσμεύσεις.

γ) Οι περιστάσεις απαιτούν “μεταρρυθμίσεις-σοκ”. Συθέμελες αλλαγές σε όλα τα πεδία της δημόσιας ζωής της χώρας.

δ) Κυρίες και κύριοι,
Τονίζω με έμφαση ότι χώρα πρέπει να αποκτήσει συγκεκριμένο προορισμό και πλεύση. Πρέπει να ξέρουμε τι πρέπει να κάνουμε και κυρίως πως. Αυτό απαιτεί όμως ένα μεγάλο εθνικό consensusμία μεγάλη εθνική συναίνεση. Η συναίνεση όμως μεταξύ των σημερινών κομμάτων της χώρας είναι ανέφικτη και άνευ αξίαςΟ λαϊκισμός δεν παράγει consensus, παρά μόνο εξουσιασμό και υποκρισίες. Απαιτείται μια “νέα συμφωνία της ελληνικής κοινωνίας”, κυρίως με τον εαυτό της, για το που θέλει να πάει η χώρα.
Θα ζήσουμε για πολλά χρόνια υπό διεθνή οικονομικό έλεγχο. Δεν πρέπει η χώρα ν' αφεθεί να σέρνεται και ο λαός να βαυκαλίζεται με αυταπάτες και ψεύδη που του καλλιεργούν καθημερινά οι κατεστημένοι της χώρας.
Οι περιστάσεις απαιτούν έναν άλλο τύπο και κυρίως ένα άλλο πνεύμα διακυβέρνησης. Κατά καιρούς έχει γίνει συζήτηση για οικουμενικά σχήματα και κυβερνήσεις τεχνοκρατών. Δεν πιστεύω ότι υπάρχουν τέτοιες λύσεις εντός των σημερινών τειχών. Το πολιτικό σύστημα χρειάζεται το ίδιο έναν ισχυρό κλονισμό πριν επιχειρήσει αξιόπιστα να καθοδηγήσει τη χώρα στην έξοδο από την κρίση.

Προτείνω μέσα στο 2011 η Βουλή να εγκρίνει τη συγκρότηση μιας ανεξάρτητης επιτροπής κύρους, η οποία θα συντάξει ένα θαρραλέο και ριζοσπαστικό “πενταετές πρόγραμμα οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης”, στην ουσία δηλ. ένα σχέδιο αναγέννησης, που θα οδηγήσει τη χώρα συντεταγμένα, πειθαρχημένα και χρονοστοχευμένα στην έξοδο από την κρίση. Το σχέδιο αυτό θα πρέπει να κριθεί από το λαό με εκλογές – το ξαναλέω μ' ΕΚΛΟΓΕΣ - . Τις εκλογές αυτές βέβαια δεν τις εννοώ και δεν τις προτείνω σε καμιά περίπτωση ως ένα από τα συνήθη πολιτικά παίγνια και καμώματα του συστήματος αλλά εκλογές με “ανοικτά τα βιβλία”, για να επιτευχθεί εθνική συμφωνία με βάση αυτό το πενταετές πρόγραμμα, που υπερβαίνει κόμματα και εκλογικές περιόδους. Θα ενσωματώνει τα μέτρα του μνημονίου και θα κινείται πέραν αυτού. Για ν' αναλάβουν όλοι την ευθύνη τους για το μέλλον της χώρας, και πολύ περισσότερο ο λαός.

Μόνο με αυτή την προϋπόθεση μπορεί να επιτευχθεί εθνικό consensus. Μόνο έτσι μπορούν να ληφθούν αποφάσεις εθνικών διαστάσεων. Μόνο έτσι δεν θα κοροϊδεύουμε τους εαυτούς μας με ψευτοσυναινέσεις, ημίμετρα και αλυσιτελείς δήθεν μεταρρυθμίσεις. Μόνο έτσι μπορούν να διασφαλιστούν κοινωνικές συμμαχίες και ισχυρές πολιτικές νομιμοποιήσεις.
Αυτή τη στιγμή πλέουμε χωρίς πυξίδα. Με καθοδηγούσα την κουλτούρα του λαϊκισμού και τον “επικοινωνισμό” να καταστρέφει κάθε θετική προσπάθεια.
Το ριζοσπαστικό πνεύμα και περιεχόμενο αυτής της εθνικής συμφωνίας, που θα προκύπτει και θα επιβάλλεται από το πενταετές αυτό πρόγραμμα ανάπτυξης θα καθοδηγεί εφεξής τη χώρα και θα ελέγχονται οι εκάστοτε διαχειριστές του. Και όχι οι δημοκόποι και τα ιδεολογήματα του παρελθόντος.

Αλλά, κυρίες και κύριοι, θα ήθελα να συμπληρώσω τη σημερινή μου παρέμβαση και με ορισμένες συγκεκριμένες προτάσεις, όλως ενδεικτικές. Σε περιόδους μεγάλων αποδιαρθρώσεων, η φαντασία είναι επαναστατική δύναμη. Με παραδοσιακές φόρμες δεν αντιμετωπίζονται οι κρίσεις.
Προτείνω όλως ενδεικτικά:

1. Να προωθηθεί μέσω αναθεώρησης ειδική συνταγματική απαγόρευση παραγωγής δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Είναι επιτακτικό να διαπεράσει τη χώρα και τους θεσμούς ένα νέο πνεύμα, ώστε να μη ζήσουμε ξανά τις σημερινές οικονομικές συνθήκες και τον ευτελισμό της χώρας μας.

2. Να καθιερωθεί συνταγματικό προνόμιο στον Υπουργό Οικονομικών για δικαίωμα άσκησης αρνησικυρίας (βέτο) επί των δαπανών στο σύνολο τις διοίκησης του κράτους.

3. Να καταργηθούν οι φόροι υπέρ τρίτων – των βολεμένων κοινωνικών συντεχνιών.

4. Να ανατεθεί ο φορολογικός έλεγχος των εταιριών που τηρούν βιβλία Γ'  κατηγορίας σε πιστοποιημένα ιδιωτικά ελεγκτικά όργανα, όπως ελεγκτικές εταιρίες τραπεζών, ασφαλιστικών εταιριών κλπ.

5. Να συσταθεί σύγχρονος, αυτόνομος Οργανισμός Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΟΕΔΕ). Για να παύσει η είσπραξη των εσόδων να είναι το πάρεργο των εφοριών.

6. Να δημιουργηθεί άμεσα αυτοτελές Σώμα Οικονομικών Επιθεωρητών, το οποίο θα διενεργεί ουσιαστικούς και όχι τυπικούς ελέγχους σκοπιμότητας των δαπανών στο σύνολο του κράτους.

7. Να καταργηθεί το Ελεγκτικό Συνέδριο ως δικαστήριο και να μετατραπεί σε σύγχρονη ανεξάρτητη ελεγκτική αρχή, όπως σ'Α άλλες χώρες.

8. Να καταργηθούν τα προνόμια του δημοσίου τομέα και να προσαρμοστούν τα δεδομένα της λειτουργίας του προς αυτά του ιδιωτικού τομέα. Δεν μπορεί άλλο να σηκώσει ο ιδιωτικός τομέας τα “κεκτημένα” του δημόσιου.

Κυρίες και κύριοι,

Πολλοί από εσάς, ακούγοντάς με, θα πείτε ότι όλα αυτά που προτείνω είναι μάταια, ότι δεν γίνονται. Θέλω να επαναλάβω τη ρήση του αείμνηστου Δημήτρη Τσάτσου, ότι «η μάταιη προσπάθεια δεν είναι μία άχρηστη προσπάθεια». Θα ήθελα αυτό το ριζοσπαστικό πνεύμα να κυριαρχήσει στη χώρα, για να ορίσουμε εμείς το μέλλον μας και όχι η απελπισία».
Ο κ. Πέτρος Μάρκαρης, συγγραφέας, τόνισε πως πρέπει να εστιάσουμε στον "ένοχο" της κρίσης, δηλαδή στο πολιτικό σύστημα. "Το πολιτικό σύστημα έχει τεράστιες ευθύνες γι' αυτό που ζει σήμερα η Ελλάδα",δήλωσε. Ζούμε σε μια χώρα που σύμφωνα με τον κ. Μάρκαρη, τα τελευταία 30 χρόνια για ό,τι γίνεται υπολογίζεται μόνο το πολιτικό κόστοςΤο γεγονός πως τα 23 από αυτά τα 30 χρόνια μας κυβερνούν δυο οικογένειες, καταδεικνύει, όπως είπε, τη δυσλειτουργία του πολιτικού αυτού συστήματος, το οποίο εάν δε λειτουργήσει σωστά, θα δημιουργεί κρίσεις.

Επιμέλεια: Γιώργος Τζινάκος

Τρίτη 23 Νοεμβρίου 2010

Μαρκεζίνης Βασίλης - Βασικές Θέσεις για την Οικονομία

Αναδημοσίευση από το ΠΑΡΟΝ


Φύλλου: 28/02/2010

ΒΑΡΥΣΗΜΑΝΤΟ ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΒΑΣΙΛΗ ΜΑΡΚΕΖΙΝΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ
Η Ελλάδα χρειάζεται νέο όνειρο, συγκεκριμένο σχέδιο και νεύρα από σίδηρο
Στο βαρυσήμαντο άρθρο, που σήμερα δημοσιεύει το «ΠΑΡΟΝ», ο καθηγητής κ. Βασίλης Μαρκεζίνης αντιμετωπίζει όχι μόνο τις αμαρτίες πολλών, αλλά και τα προβλήματα που έρχονται από το εξωτερικό και τελειώνει με μια σειρά προτάσεων που έχουν ένα κεντρικό θέμα: Προς Θεού, μακριά από κομματικά κίνητρα και συμφέροντα, συντονισμένες αντιδράσεις όλων των Ελλήνων για το καλό της πατρίδας. Αν γίνουν αυτά, υπάρχει ελπίδα σωτηρίας, διότι, όπως λέει, η Ελλάδα μεγαλουργεί τις στιγμές μεγάλων κρίσεων.
Μάκης Κουρής
***


Α. Εισαγωγικά σχόλια
Εδώ και επτά εβδομάδες, εργάζομαι και ταξιδεύω στις ΗΠΑ. Διαβάζω αναλύσεις και άρθρα, παρακολουθώ τηλεοπτικά προγράμματα και μιλώ με ειδικούς και εμπειρογνώμονες για τα τεράστια προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι ΗΠΑ, λαμβάνοντας υπόψη ότι το 80% του πληθυσμού αυτής της χώρας πιστεύει ότι «η κυβέρνησή (της) έχει αποτύχει». Μέσα σε αυτό το κλίμα πρωτοφανών εσωτερικών διχασμών, υποβόσκοντος ρατσισμού, άκρατης απληστίας της Γουόλ Στριτ και αμερικανικού στρατιωτικού επεκτατισμού, στους τίτλους των ειδήσεων έχει πλέον αρχίσει να εμφανίζεται και η Ελλάδα.
Θα ήταν πλάνη να πιστέψουμε ότι τα δημοσιεύματα αυτά είναι καλοπροαίρετα ή δείχνουν κατανόηση προς τη χώρα μας. Αντιθέτως, παρουσιάζουν τους Έλληνες ως σπάταλους, απατεώνες και ανίκανους. Στις περιπτώσεις μάλιστα όπου αναφέρεται και η Ευρώπη, τα σχόλια είναι εξίσου δηκτικά όταν απευθύνονται στη Γερμανία, η οποία, ειδικά σε κάποια έντυπα «στρατηγικής» (στην ουσία, κεκαλυμμένης κατασκοπίας), παροτρύνθηκε, για το δικό της καλό, να ΜΗ βοηθήσει την Ελλάδα. Είναι μεγάλη ειρωνεία να επιδεικνύεται τόσο ενδιαφέρον για το καλό και την εικόνα της Γερμανίας, όταν οι περισσότεροι από τους εν λόγω αρθρογράφους μετά βίας συγκαλύπτουν την καχυποψία τους για αυτήν τη χώρα και, επιπλέον, παρερμηνεύουν τις επιπτώσεις που θα είχε μια ελληνική κατάρρευση σε ορισμένες γερμανικές τράπεζες.
Δεδομένου ότι η κρίση είναι υπαρκτή και πλήττει ολόκληρη την Ευρώπη και τις ΗΠΑ –οι οποίες, σημειωτέον, για το πρώτο τρίμηνο αυτής της χρονιάς πρέπει να δανειστούν γύρω στα 400 δισ. δολάρια από την Κίνα– τι θα έπρεπε να συνειδητοποιήσουν οι Έλληνες και πώς θα έπρεπε να αντιδράσουν;

Β. Ποιος φταίει;


1. Φταίει η ίδια η Ελλάδα

Υπάρχουν πολλοί λόγοι γιʼ αυτό. Μεταξύ άλλων, αναφέρω τους εξής:
(α) Δεν είμαστε άμοιροι ευθυνών για τη σημερινή κρίση. Και ούτε μπορούμε να την αποδίδουμε τόσο απόλυτα όσο η προηγούμενη κυβέρνηση στην κατάρρευση της αγοράς στεγαστικών δανείων υψηλού κινδύνου (subprime market), η οποία γονάτισε σχεδόν ολόκληρο τον κόσμο. Πράγματι, όσο περνάει ο καιρός, μαθαίνουμε ότι προ πολλού γίνονταν υπέρμετρες δαπάνες και υπερβολικοί δανεισμοί, υπονομεύοντας το Σύμφωνο Σταθερότητας που υπογράψαμε όταν ενταχθήκαμε στη Ζώνη του Ευρώ. Διαπράξαμε, λοιπόν, τα ίδια σφάλματα κατʼ επανάληψη, με αποτέλεσμα σήμερα να χαρακτηριζόμαστε «απατεώνες» από μερικούς. Η βαρύτατη αυτή κατηγορία καθόλου δεν αμβλύνεται από το γεγονός ότι οι ξένοι τραπεζίτες –διαβόητοι για την ικανότητά τους να κατασκευάζουν προϊόντα τα οποία μόνον οι ίδιοι μπορούν να καταλάβουν– μας συμβούλευαν πώς να παραβιάζουμε εντέχνως το Σύμφωνο.
(β) Το ελληνικό κομματικό σύστημα φέρει επίσης μεγάλο μέρος της ευθύνης. Επιπλέον, η προσπάθεια ορισμένων να αναζητήσουν τις ευθύνες στο εντελώς απώτερο παρελθόν υποβαθμίζει την υπαιτιότητα των αμέσως προηγούμενων κυβερνήσεων.
Βεβαίως, μερικοί, παρακινούμενοι αρχικά από κομματικές σκοπιμότητες, θέλησαν, το 2004, να επισημάνουν στην Ευρώπη ότι οι προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις είχαν επιδοθεί σε λογιστικές παραποιήσεις. Γεγονός όμως παραμένει ότι η συγκεκριμένη πρακτική ουδέποτε σταμάτησε. Το λέω δε αυτό διότι δεν μπορώ να πιστέψω ότι τα πρόσφατα ψευδή στατιστικά στοιχεία προέρχονται από δημόσιους υπαλλήλους που ενεργούν αυθαίρετα, χωρίς υπουργική εξουσιοδότηση.
(γ) Καθώς η κρίση μεγάλωνε και δεν μπορούσε πλέον να κρυφτεί, η αναποφασιστικότητα, οι υπεκφυγές και οι συγκρούσεις μεταξύ των αδημονούντων διαδόχων στους κόλπους της προηγούμενης κυβέρνησης οδήγησαν σε πλήρη αδρανοποίηση ή, τουλάχιστον, σε καθυστέρηση λήψης των μέτρων που θα μπορούσαν να αναχαιτίσουν την εξάπλωση της κρίσης όσο υπήρχε ακόμη καιρός. Διότι, φυσικά, η νίκη στις ευρωεκλογές και, ακολούθως, στις βουλευτικές εκλογές είχε απόλυτη προτεραιότητα στον νου των κυβερνώντων μας σε σχέση με τη λήψη των δυσάρεστων πλην όμως αναγκαίων μέτρων. Έτσι, όμως, η κρίση επιδεινώθηκε και η εικόνα της χώρας μας έγινε ακόμη πιο μελανή.
(δ) Η προσωπική μου άποψη για το μερίδιο ευθύνης της προηγούμενης κυβέρνησης ελάχιστη σημασία έχει, μια και το εκλογικό σώμα μίλησε γιʼ αυτό το θέμα με τον πιο ηχηρό τρόπο τον περασμένο Οκτώβριο: τρόπο, όχι απλώς ηχηρό, αλλά και απολύτως κατηγορηματικό, εφόσον, σχεδόν αμέσως μετά τις εκλογές, ένας πρωτοφανής αριθμός οπαδών της ΝΔ ψήφισε υπέρ της εκλογής νέου κομματικού ηγέτη. Ο κ. Σαμαράς, για πολιτικούς ή, απλώς, ανθρώπινους λόγους, μπορεί να αισθάνεται τώρα την ανάγκη να είναι «επιεικής» με κάποιους από τους πρώην συναδέλφους του. Παρʼ όλα αυτά, η πρώτη του υποχρέωση είναι προς τους οκτακόσιες χιλιάδες οπαδούς της παράταξής του που συνωστίστηκαν επί μία ολόκληρη ημέρα για να του δώσουν νέα εντολή ώστε να κάνει τη Νέα Δημοκρατία πραγματικά «νέα» και να παραμερίσει όλους εκείνους που τη διοικούσαν τα τελευταία δύο χρόνια προξενώντας μεγάλα προβλήματα τόσο στην ίδια την παράταξή τους όσο και στη χώρα ως σύνολο!


2. Εξωτερική παραπληροφόρηση


Ας περάσουμε τώρα στον εξωτερικό παράγοντα που κάνει τη σημερινή κρίση ανεπίδεκτη διαχείρισης και τα αναγκαία μέτρα επώδυνα. Ο παράγοντας αυτός σχετίζεται με τις άπληστες τράπεζες της Γουόλ Στριτ και του Σίτι του Λονδίνου, καθώς και με ορισμένα βρετανικά οικονομικά έντυπα.
Οι περισσότερες από αυτές τις τράπεζες, αν και διασώθηκαν με χρήματα φορολογουμένων και, τα τελευταία χρόνια, πλούτισαν αφάνταστα, επιμένουν να μη χρησιμοποιούν τα νέα κεφάλαια για να βοηθήσουν τις δυσπραγούσες μικρομεσαίες εμπορικές επιχειρήσεις ή και το ίδιο το κράτος. Αυτή η απληστία, το μέγεθος της οποίας ξεπερνά οτιδήποτε έχει προκαλέσει μέχρι σήμερα ο «άκρατος καπιταλισμός αμερικανικού τύπου», έχει ενισχυθεί από την παραπληροφόρηση. Έτσι, τα δεινά της ελληνικής οικονομίας προσέφεραν μια ιδανική ευκαιρία για να εξαπολυθεί, ουσιαστικά, μια επίθεση κατά του ευρώ – ευκαιρία την οποία χρειαζόταν ο αγγλοσαξονικός κόσμος για να πλήξει θανάσιμα την ΕΕ, από την οποία, όπως έχω ξαναπεί, αποστασιοποιείται κάθε μέρα και περισσότερο.
Η τακτική αυτή, κατά τη γνώμη μου, είναι τόσο καταδικαστέα όσο και η προαναφερθείσα απληστία, καθότι, εν προκειμένω, η αλήθεια διαστρεβλώθηκε σκοπίμως ώστε οι «λίγοι» να γίνουν ακόμη πλουσιότεροι – αυτοί οι ίδιοι «λίγοι» που προσφέρονται να μας βοηθήσουν να βρούμε χρήματα στο εξωτερικό, αποκομίζοντας όμως το μέγιστο δυνατό όφελος για τον εαυτό τους.
Οι «μισές αλήθειες» και οι σκόπιμες παραλείψεις συνέβαλαν στην επέκταση της παραπληροφόρησης με διάφορους τρόπους. Και εξηγούμαι:
(α) Πόσο ξεκάθαρο έχει γίνει στη συνείδηση των Ελλήνων ότι δεν είμαστε η μόνη χώρα με μεγάλο έλλειμμα; Το έλλειμμα του προϋπολογισμού μας ανέρχεται στο 12,5% του ΑΕΠ: είναι δηλαδή μόνον 1% υψηλότερο από το αντίστοιχο της Ισπανίας (11,5%), 0,5% υψηλότερο από της Ιρλανδίας (12%), και 2% χαμηλότερο από της Αγγλίας! Όσον αφορά δε το δημόσιο χρέος μας –περίπου 125% του ΑΕΠ– είναι μόλις 9% υψηλότερο από του Βελγίου, αλλά και 75% χαμηλότερο από της Ιαπωνίας!
(β) Τα ποσοστά αυτά σαφώς και δεν δικαιολογούν την αντιμετώπιση των Ελλήνων ως των μεγαλύτερων ενόχων. Και ούτε, επίσης, στο χρηματικό τους σύνολο αποτελούν τόσο μεγάλο πρόβλημα όσο τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν κάποιες άλλες χώρες, οι οποίες βρίσκονται σε εξίσου επικίνδυνη κατάσταση. Παραδείγματος χάριν, η Ευρωζώνη, συνολικά, πρέπει εντός του 2010 να δανειστεί 2,2 τρισεκατομμύρια δολάρια, το Βέλγιο 89 δισεκατομμύρια, η Ιταλία 393 δισεκατομμύρια και η Γαλλία 454 δισεκατομμύρια. Η μικρή Ελλάδα χρειάζεται περίπου 53 δισεκατομμύρια δολάρια – ποσό, δηλαδή, μικρότερο από το ποσό που έδωσε το αγγλικό υπουργείο Οικονομικών για να διασώσει δύο αγγλικές τράπεζες, που κατέρρεαν λόγω κακοδιαχείρισης.
(γ) Γιατί δεν τονίζουμε πάλι και πάλι αυτά τα νούμερα, εντός και εκτός της χώρας, μέχρις ότου όλοι τα εμπεδώσουν; Γιατί δεν περνάμε στην αντεπίθεση –όχι, ασφαλώς, σε προσωπικό, αλλά σε διανοητικό επίπεδο– ρωτώντας για ποιον λόγο δέχεται τόσο σφοδρές επιθέσεις η Ελλάδα; Μήπως επειδή η χώρα μας είναι μικρή και, άρα, αποτελεί εύκολο στόχο επιθέσεων και μέσο παραδειγματισμού για όλες τις άλλες; Μήπως επειδή, τα τελευταία χρόνια, η παρουσία και η εικόνα μας διεθνώς έχουν υποβαθμιστεί σε σημείο ανησυχητικό (όπως, εδώ και καιρό, δεν σταματώ να ισχυρίζομαι, παρά τα επικοινωνιακά και δημοσιοσχεσίτικα τεχνάσματα της προηγούμενης υπουργού Εξωτερικών) και τοποθετούμαστε, έτσι, ευκολότερα στο στόχαστρο; Ή μήπως επειδή οι Βρυξέλλες δεν μπορούν να επιτεθούν στις Βρυξέλλες και ο κ. Μπαρόζο δεν μπορεί να ζητήσει εξηγήσεις για τις χαμηλές επιδόσεις της Πορτογαλίας, ενώ η Ιρλανδία, με τη σειρά της, «απαλλάσσεται» με το αιτιολογικό ότι «(στο παρελθόν) έχει επιδείξει ικανότητα να χαλιναγωγεί τις δαπάνες της, να εφαρμόζει εξορθολογισμό του προϋπολογισμού της (…) χωρίς απατεωνιές (στις οποίες διαπρέπουν οι Έλληνες)»;


Γ. Και τώρα τι κάνουμε;

Η Ελλάδα χρειάζεται ενότητα στόχου και πνεύματος, ένα νέο όνειρο, ένα συγκεκριμένο σχέδιο. Κυρίως, όμως, οφείλουμε να παραμερίσουμε, εάν όχι και να εξαλείψουμε πλήρως, τις πολιτικές διενέξεις ανάμεσα και μέσα στις πολιτικές παρατάξεις μέχρις ότου τερματιστεί η κρίση. Χρειαζόμαστε επίσης ταχύτατες και ξεκάθαρες ενέργειες στον οικονομικό τομέα. Πιο συγκεκριμένα:
1)  Πρέπει να δεχτούμε και να αναγνωρίσουμε την ξένη πηγή των προβλημάτων μας.
2) Πρέπει να συμπαραταχθούμε με εκείνα τα κράτη της Ευρώπης με τα οποία διατηρούμε ουσιαστικές σχέσεις, να ξεχάσουμε τις διαφωνίες μας μαζί τους και να τα πείσουμε πως, όσο και αν θαυμάζουμε πολλά στοιχεία του αγγλοσαξονικού κόσμου, η πορεία μας τέμνεται με την πορεία των δύο σημαντικότερων χωρών της ηπειρωτικής Ευρώπης: της Γαλλίας (και, ενδεχομένως, της Γερμανίας, έστω και αν η τελευταία παίζει αυτόν τον καιρό «σκληρό» παιχνίδι πιστεύοντας, ίσως, ότι έτσι, αν μας φέρει στο χείλος της αβύσσου, θα μπορέσει να αποκτήσει μερικές από τις καλύτερες εταιρείες μας).
3) Γενικότερα, πρέπει να καταστήσουμε σαφές ότι θα αναζητήσουμε τη σωτηρία μας στο πλαίσιο της ΕΕ και δεν θα δεχτούμε τις κακοπροαίρετες παραινέσεις κάποιων να στραφούμε στο ΔΝΤ, να υποταχθούμε στους (κατά γενικήν ομολογία) σκληρότερους όρους του και να κινδυνεύσουμε να αποξενωθούμε από την Ευρώπη. Αυτό είναι το πρώτο βήμα που μας προτείνουν οι αγγλοσάξονες φίλοι μας, ελπίζοντας ότι θα προκαλέσουν έτσι τη γενικότερη παρακμή του ευρώ.
4) Στο ίδιο πνεύμα, πρέπει να καταλάβουμε ότι, εάν οι τραπεζίτες της Γουόλ Στριτ είναι πρόθυμοι να μας βοηθήσουν να βρούμε κεφάλαια με μια διαφορά απόδοσης (spread) που εξυπηρετεί μεν τους ίδιους αλλά όχι και εμάς, τότε εμείς, απλούστατα, θα τους κάνουμε πέρα και θα ζητήσουμε τη στήριξη όχι μόνο της Γαλλίας (και της Γερμανίας), αλλά και της Κίνας, η οποία, αυτήν την εποχή, χρηματοδοτεί τις ΗΠΑ, ουσιαστικά ολόκληρη την Αφρική και έχει, επίσης, διαρκώς πιο ενεργό παρουσία στη Νότια Αμερική. Και ας μην ξεχνάμε ότι διαθέτουμε πράγματα τα οποία θέλουν οι Κινέζοι, οπότε μπορούμε και να τους τα προσφέρουμε ανταλλάγματα έναντι οικονομικής βοήθειας.
5) Πρέπει όλοι να σεβαστούμε την εντολή που έδωσε ο ελληνικός λαός σε αυτήν την κυβέρνηση, προκειμένου να διοικήσει τη χώρα και να προβεί μεθοδικά στη (i) διαρθρωτική μεταρρύθμιση της οικονομίας, (ii) στην αδίστακτη εξάλειψη της σπατάλης (η οποία συνεχίζεται κανονικά παρά τις δηλώσεις περί του αντιθέτου),(iii) στην ενθάρρυνση του εγχώριου και του ξένου ιδιωτικού τομέα, (iv) στην εγκαινίαση μιας νέας σειράς ιδιωτικοποιήσεων και, κυρίως, στην (v) εφαρμογή όλων αυτών των μέτρων με ταυτόχρονη αλλά και σαφή προστασία των πολιτών των κατώτερων και των μεσαίων στρωμάτων, ώστε να μη δυσκολέψει ακόμη περισσότερο το κυβερνητικό έργο λόγω απεργιακών κινητοποιήσεων ή βίαιων διαδηλώσεων στους δρόμους.
6) Πρέπει να διευκολύνουμε την όλη διαδικασία πείθοντας τους ανθρώπους από τους οποίους περιμένουμε να κάνουν θυσίες ότι οι ανώτεροι πολιτικοί μας –αρχής γενομένης από τους βουλευτές– θα δεχτούν να μειωθούν και οι δικές τους αμοιβές, οι οποίες, για να είμαστε απολύτως ειλικρινείς, παραμένουν επιδεικτικά ανέγγιχτες!
7) Η κυβέρνηση πρέπει να ανακοινώσει μια και καλή τα μέτρα που σκοπεύει να λάβει, και όχι απλώς να τα αφήνει να διαρρέουν με το σταγονόμετρο. Η κίνηση αυτή θα δώσει στον λαό την αυτοπεποίθηση που χρειάζεται ώστε να οργανώσει το μέλλον του –όσο δύσκολο και αν διαγράφεται αυτό– διότι θα ξέρει ακριβώς πόσα χρήματα θα διαθέτει και πόσα θα χρειαστεί να πληρώσει σε φόρους. Επιπλέον, με αυτόν τον τρόπο, θα διαλυόταν και η αίσθηση αβεβαιότητας, που πάντοτε αναστατώνει τις αγορές.
8) Αυτούς που ενδιαφέρονται για τους ασθενείς αλλά και τους ωθούν προς τις απεργίες πρέπει να τους θέσουμε με απόλυτη σαφήνεια προ των ευθυνών τους και να το κάνουμε μιλώντας κατευθείαν στον θιγόμενο λαό, τονίζοντας ότι με απεργίες και διαδηλώσεις η κρίση θα μεγαλώσει.
9) Τέλος, με ενθαρρυντική πειθώ και καλή προαίρεση, πρέπει να υπενθυμίσουμε στους ξένους φίλους μας –εν ανάγκη, διορίζοντας έναν υπουργό Δημοσίων Σχέσεων (συνεργαζόμενο άμεσα με το πρωθυπουργικό γραφείο και επιφορτισμένο με τη διεξαγωγή μιας εντατικής εκστρατείας δημοσίων σχέσεων στο εξωτερικό)– ότι είναι και προς δικό τους συμφέρον να μας βοηθήσουν και να σταματήσουν να μας υποτιμούν, διότι, διαφορετικά, ενισχύουν απλώς εκείνους που επιδιώκουν τον θάνατο του ευρώ. Όσο αποτελεσματικός και αν είναι ο πρωθυπουργός, αυτή η συνεχής εκστρατεία δημοσίων σχέσεων δεν μπορεί να διεξαχθεί μόνον από τον ίδιο ή από κάποιον που δεν γνωρίζει όπως γνωρίζει ο πρωθυπουργός πώς να αντιμετωπίζει τους ξένους.


Το λέω αυτό μια και, όπως είπα στην αρχή του παρόντος άρθρου, βρίσκομαι στις ΗΠΑ εδώ και επτά εβδομάδες και έχω δει από πρώτο χέρι την ατμόσφαιρα που επικρατεί σʼ αυτήν τη χώρα και το πώς την αντιμετωπίζουμε (ή όχι) στις διάφορες χώρες.
Με λίγα λόγια, παροτρύνω τους συμπατριώτες μου να κάνουν φιλόδοξα όνειρα, να σκεφτούν ανεξάρτητα και πρωτότυπα, και να δράσουν όσο ακόμη υπάρχει καιρός. Διότι ο δρόμος μπροστά μας είναι δύσκολος και αναμένεται να χειροτερέψει στις αρχές του καλοκαιριού.
Πολλοί παράγοντες συντείνουν στην πειστικότητα αυτής της απαισιόδοξης πρόβλεψης. Και ο χειρότερος είναι το πολιτικό παιχνίδι: η κομματική πολιτική που αποσκοπεί στο κομματικό ή στο προσωπικό όφελος. Αυτό όμως είναι το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται η χώρα μας σήμερα. Ασχέτως εάν προέρχεται από την ένοχη και απογοητευμένη Δεξιά, από το διαπληκτιζόμενο και αμφιταλαντευόμενο Κέντρο ή από τη δογματική και παρωχημένη Αριστερά, η κακόβουλη αυτή ενθάρρυνση των συγκρούσεων πρέπει να σταματήσει.
Επί ένα μικρό διάστημα, τουλάχιστον, η διοίκηση της χώρας μας πρέπει να ξεφύγει από την κηδεμονία των κομματικών κριτηρίων και να ακολουθήσει μόνο τις υπαγορεύσεις της λογικής και του κοινού νου.
Εάν το κάνει, θα μπορέσουμε, ίσως, να σωθούμε. Γιατί οι Έλληνες, όσο απερίσκεπτα και αν έχουν φερθεί κατά το μέγιστο μέρος της ιστορίας τους, πάντοτε στάθηκαν στο ύψος των μεγάλων ιστορικών προκλήσεων όταν είχαν την καθοδήγηση μιας τίμιας, ενωμένης και ανιδιοτελούς ηγεσίας.



Πηγή:
http://www.paron.gr/v3/article_print.php?id=51109&colid=37&catid=34&dt=2010-02-28%200:0:0